Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να ανοίξει ελπιδοφόρους δρόμους, αν ήθελαν ο Α.Τσίπρας και η στενή ηγετική ομάδα
Εισαγωγή
Η μελέτη του φαινομένου «ΣΥΡΙΖΑ» έχει για τη σύγχρονη Αριστερά ιδιαίτερη πολιτική σημασία, τόσο στην Ελλάδα, όσο στην Ευρώπη και διεθνώς. Επρόκειτο για ένα πρωτότυπο εγχείρημα όπου για πρώτη φορά ένα αριστερό κόμμα στην Ευρώπη αναλαμβάνει την κυβερνητική εξουσία και σχεδόν σε χρόνο «μηδέν» κάνει αναδίπλωση με την εγκατάλειψη βασικών του θέσεων και γίνεται διαχειριστής ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Το εγχείρημα αξίζει να μελετηθεί σε βάθος, ώστε να βγουν τα αναγκαία ιστορικά διδάγματα, από πλευράς στρατηγικής και ταχτικής της Αριστεράς στις σύγχρονες συνθήκες.
1. Αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες του φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ
Η εμφάνιση και η ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, ήταν αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης αντικειμενικών και υποκειμενικών παραγόντων στη διάρκεια 2001-15 με τρεις διακριτές φάσεις. Η πρώτη αφορά την επώαση, γέννηση και μορφοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ (2000-2009), η δεύτερη τη ραγδαία ανάπτυξη και ωρίμανση (2010-15) και η τρίτη τη μετάλλαξή του (από 12 Ιουλίου ’15 και μετά). Η περίοδος «επώασης και γέννησης», ξεκινά με την πρωτοβουλία του ΣΥΝ, δημιουργίας «Χώρου Διαλόγου για την Ενότητα και Κοινή Δράση της Αριστεράς»,[1] που απηχούσε ένα ώριμο αίτημα υπέρβασης της πολυδιάσπασης των αριστερών δυνάμεων. Η πρωτοβουλία βρήκε πολιτική έκφραση στις εκλογές 2004[2] και 2007 με μορφή χαλαρού «πολυκομματικού» σχήματος.
Το 2004 πρόεδρος του ΣΥΝ εκλέγεται ο Α.Αλαβάνος και δίνει ώθηση στο εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το 2008 πρόεδρος αναλαμβάνει ο Α.Τσίπρας με στήριξη του Α.Αλαβάνου, ενώ ο ίδιος έμεινε πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, μια επιλογή που ο ίδιος αργότερα θα αναγνωρίσει ως σοβαρό λάθος.[3] Με τη διοργάνωση δύο Πανελλαδικών Συσκέψεων (Μάρτιος 2008 και Απρίλης 2009), ο ΣΥΡΙΖΑ ενίσχυσε την οργανωτική του συγκρότηση και μετεξελίχτηκε σε «πολυκομματικό» φορέα (ΣΥΡΙΖΑ «συνιστωσών»), ενώ στο Α΄ Ιδρυτικό Συνέδριο (2013), μετατράπηκε σε «πολυτασικό» κόμμα (ΣΥΡΙΖΑ «τάσεων»).
Σημαντικός παράγοντας δυναμικής ανάπτυξης του ήταν η στροφή στην κινηματική δράση, κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης («Κοινωνικό Φόρουμ»), ανάπτυξης φοιτητικού κινήματος κατά άρθρου 16 και εργατικών κινητοποιήσεων κατά της πολιτικής των κυβερνήσεων Κ.Καραμανλή. Στις εκλογικές αναμετρήσεις 2004-9 ενίσχυσε την επιρροή του[4] και μετά την αποχώρηση το 2010 των «ανανεωτικών (τάση Φ.Κουβέλη) απόκτησε πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά.
Με το ξέσπασμα της κρίσης (2009) και τις μεγάλες κινητοποιήσεις κατά των αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης Γ.Παπανδρέου, ο ΣΥΡΙΖΑ ενίσχυσε τους αγωνιστικούς δεσμούς με τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα που υφίσταντο τα πλήγματα του Μνημονίου. Η πρωτοφανής σε βάθος κρίση, με αιχμή την κρίση χρέους, η οποία ταυτόχρονα ήταν και κρίση της ευρωζώνης, έβγαλε το λαό στους δρόμους και στις πλατείες. Τα ακραία νεοφιλελεύθερα μέτρα της κυβέρνησης Γ.Παπανδρέου και μετά της τρικομματικής κυβέρνησης Λ.Παπαδήμου (ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ-ΛΑΟΣ), εξελίχτηκε σε κρίση του «δικομματικού συστήματος» και της πολιτικής κυριαρχίας της αστικής τάξης.
Σε οργανωτικό επίπεδο το «υβριδικό» πολιτικό μόρφωμα του ΣΥΡΙΖΑ, με την ανάδειξη νέας ηγεσίας, την αριθμητική αύξηση των μελών, τη διεύρυνση της κοινωνικής του βάσης με προσχώρηση δυνάμεων κυρίως από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, αύξησε την πολιτική του επιρροή. Ωστόσο, άμβλυνε την αριστερή του φυσιογνωμία, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που αφορούσαν γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη, η κινηματική του δράση, σε συνδυασμό με τη δημιουργία δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης στα θύματα της κρίσης και η επίκληση για κοινή δράση των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων, είχαν θετική απήχηση στο κόσμο της Αριστεράς και στην κοινωνία.
Τέλος, κρίσιμο ρόλο έπαιξαν και οι ριζοσπαστικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και το σύνθημα «κυβέρνηση της Αριστεράς». Οι προτάσεις βρήκαν έκφραση στο «πρόγραμμα Αθηναΐδας» και μιλούσαν για απαλλαγή από τα Μνημόνια, διαγραφή χρέους, εθνικοποίηση τραπεζών, καμιά «θυσία για το ευρώ», ανάκτηση δημοσίου ελέγχου ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ κ.ά., οι οποίες έδιναν ελπίδες φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση. Στις εκλογές Μάη ’12, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ (Ενιαίο Κοινωνικό Μέτωπο), πήρε 16,78% με 52 έδρες στη Βουλή, ενώ στις επαναληπτικές του Ιουνίου ’12, πήρε 26,89% με 71 έδρες και έγινε αξιωματική αντιπολίτευση!
2. Η στρατηγική και τακτική των κυρίαρχων ελίτ
Η προσπάθεια αναχαίτισης του ανερχόμενου λαϊκού κινήματος με μέτρα καταστολής, δεν έφεραν αποτελέσματα. Μετά τις εκλογές του Ιουνίου ’12 που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση, στην ελληνική κοινωνία άρχισε να γίνεται συνείδηση ότι στις επόμενες εκλογές θα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση. Οι κυρίαρχες ελίτ εντός και εκτός της χώρας (Αθήνα, Βρυξέλλες, Βερολίνο, Ουάσινγκτον), άρχισαν να επανεξετάζουν τη στρατηγική τους στην Ελλάδα. Παρ’ ότι η μέθοδος «αποτροπής» και «καταστολής» διατηρήθηκε, ταυτόχρονα εμπλουτίστηκε με τη «στρατηγική της ενσωμάτωσης» του ΣΥΡΙΖΑ στα όρια ανοχής των κυρίαρχων δυνάμεων του συστήματος, εντός και εκτός χώρας.
Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της στρατηγικής, ήταν η πρόσκληση επίσκεψης του Α.Τσίπρα στις ΗΠΑ, όχι ευθέως από τον Λευκό Οίκο, αλλά από φορείς και πρόσωπα που είχαν δεσμούς με την ελληνική ομογένεια (Γιάννα Αγγελοπούλου), όσο και την αμερικανική διοίκηση. Η επίσκεψη έγινε χωρίς καμιά ενημέρωση της Πολιτικής Γραμματείας, ούτε της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ. Σε συνέχεια ακολούθησε επίσκεψη σε Βρυξέλλες και Βερολίνο και αντίστοιχες συναντήσεις με αξιωματούχους της ευρωζωνικής ελίτ. Χωρίς «αυτές καθ’ αυτές» οι επισκέψεις να ενοχοποιούνται, εκ του αποτελέσματος συνάγεται ότι αποσκοπούσαν στην αμοιβαία διερεύνηση προθέσεων και την παροχή «διευκρινίσεων» και «διαβεβαιώσεων» για τις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, σε περίπτωση που αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της χώρας.
Προφανώς υπήρξαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ότι δηλ. η πολιτική του θα κινηθεί «εντός των ορίων της ευρωζώνης» και της «αποφυγής μονομερών ενεργειών». Κάτι που έγινε «επίσημη γραμμή» από την ηγετική ομάδα του Α.Τσίπρα και προβαλλόταν σταθερά στις αντιπαραθέσεις με εκπροσώπους των εγχώριων αστικών δυνάμεων. Σ’ αυτό διευκόλυναν και οι αντιφατικές διατυπώσεις των προγραμματικών του θέσεων σε κρίσιμα ζητήματα. Μάλιστα, μετά τις εκλογές 2012, άρχισαν να «στρογγυλεύονται» οι ριζοσπαστικές αιχμές του «προγράμματος Αθηναΐδας» δια της «αποσιώπησης» ή «παραποίησης» από επώνυμα στελέχη, κυρίως το λεγόμενο «οικονομικό επιτελείο» (Δραγασάκης-Σταθάκης-Τσακαλώτος, κ.ά.).[5]
Ωστόσο, μέχρι και το Α΄ Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και τις ευρωεκλογές 2014, στα επίσημα κείμενα διατηρήθηκαν οι ριζοσπαστικές αναφορές σε κρίσιμα ζητήματα, πράγμα που έδινε δυνατότητα στην «αριστερή πτέρυγα» (Αριστερό Ρεύμα-Αριστερή Πλατφόρμα), να υπερασπίζεται το σύνολο της πολιτικής του, παρά την εμφανή ύπαρξη διαφορών σε κρίσιμα ζητήματα (ευρώ, χρέος, τράπεζες, κ.ά.).
3. Αντιφατικές όψεις της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ
Ειδικότερα στις αποφάσεις του Α΄ Συνεδρίου, υπήρχαν ριζοσπαστικές και συμβιβαστικές διατυπώσεις που σηματοδοτούσαν τόσο τη στρατηγική της «ρήξης» όσο της «ενσωμάτωσης», την «ανατροπή και την αναδίπλωση», «υπέρβαση και διαχείριση», «αντίσταση και συμβιβασμό», «σύγκρουση και υποταγή»! Ιδιαίτερα έκδηλη ήταν η αμφισημία των προτάσεων, για έξοδο της οικονομίας από την κρίση και ιδιαίτερα στο ζήτημα του χρέους, της ευρωζώνης-ευρώ, των τραπεζών, ΔΕΚΟ, κ.ά. Σύμφωνα με το κείμενο θέσεων του Α΄ Συνεδρίου (2013), «ο κεντρικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι η ανατροπή της κυριαρχίας των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού και των μνημονίων… και η ανάδειξη μιας κυβέρνησης συμπαραταγμένης Αριστεράς στηριγμένης σε μια πλατιά συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων…».[6]
Στην Πολιτική Απόφαση του Συνεδρίου, υπήρξε ισχυρή και επίσημη δέσμευση για κατάργηση λιτότητας και Μνημονίων, διαγραφή μεγαλύτερου μέρους του χρέους και το υπόλοιπο με ρήτρα ανάπτυξης, δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο τραπεζών, ρητή διαβεβαίωση «καμιά θυσία για το ευρώ», πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, μείωση ανεργίας, σταμάτημα ιδιωτικοποιήσεων, επαναδημοσιοποίηση ΔΕΚΟ, κατάργηση αντιλαϊκών φόρων, πάταξη φοροδιαφυγής και φοροκλοπής, επαναφορά κατώτατου μισθού και 13ης σύνταξης στους χαμηλοσυνταξιούχους, κ.ά. Πολλά από τα μέτρα ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων κωδικοποιήθηκαν στο λεγόμενο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» που εξαγγέλθηκε στη ΔΕΘ, Σεπτέμβρης ’14.
Ωστόσο, πολλές από τις ριζοσπαστικές εξαγγελίες, άφηναν κενά στη δημόσια αντιπαράθεση, έχοντας κεντρικό πυρήνα το ζήτημα του ευρώ. Η εφαρμογή τους ήταν σε ευθεία αντιπαράθεση με το πλαίσιο της ευρωζώνης και τις δεσμεύσεις των δανειακών συμβάσεων. Ωστόσο, στον δημόσιο λόγο, κυρίως από στελέχη της ηγετικής ομάδας, υπήρχε εμμονή ότι δεν ετίθετο θέμα αποδέσμευσης από την ευρωζώνη, αλλά ζήτημα «αποφασιστικότητας» και «σκληρής» διαπραγμάτευσης. Στο λογικό ερώτημα, τι θα κάνετε αν οι κυρίαρχοι της ευρωζώνης αρνηθούν να υποχωρήσουν και πολύ περισσότερο εκβιάσουν την Ελλάδα με έξοδο από αυτήν, η επίσημη απάντηση – με βάση την απόφαση του Συνεδρίου την οποία απέφευγε να στηρίξει δημόσια η ηγετική ομάδα – ήταν:
«…Επαναδιαπραγματευόμαστε τις δανειακές συμβάσεις και ακυρώνουμε τους επαχθείς όρους τους, θέτοντας ως πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, πραγματοποιώντας λογιστικό έλεγχο. Όπως συμπυκνώνει το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ», απόλυτη προτεραιότητα για το ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί η αποτροπή της ανθρωπιστικής καταστροφής και η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών… Δεσμευόμαστε ότι θα αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και εκβιασμούς των δανειστών με όλα τα δυνατά όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε με οποιαδήποτε εξέλιξη, βέβαιοι ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ελληνικό λαός θα μας στηρίξει».[7]
Το τελευταίο εδάφιο έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι εκτός από το προφανές – ότι ο ελληνικός λαός θα έκανε το καθήκον του σε περίπτωση απειλών και εκβιασμών – όπως και έγινε με το 61,3% στο δημοψήφισμα, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε το ίδιο, αλλά μια μεγάλη… «κωλοτούμπα»! Το άλλο σημαντικό είναι ότι, η ηγεσία έδινε στα μέλη και ψηφοφόρους καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις ότι διαθέτει «σχέδιο» για να «αναμετρηθεί με οποιαδήποτε εξέλιξη», πράγμα που ουδέποτε είχε, ούτε θέλησε να έχει, γιατί ιδεολογικά και πολιτικά ήταν «φυλακισμένη» στην αντίληψη της κατάργησης των Μνημονίων και της διαγραφής του χρέους εντός της ευρωζώνης!
Μια δεύτερη αντίφαση αφορούσε το χρέος. Ο στόχος «διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους», έφερνε στο προσκήνιο το ερώτημα του κατάλληλου μοχλού πίεσης. Άλλο ισχυρό μέσο εκτός από άρνηση πληρωμής τοκοχρεολυσίων (αθέτηση πληρωμών), δεν υπήρχε, ούτε υπάρχει, γεγονός που οδηγεί σε ευθεία αντιπαράθεση με τους δανειστές. Οι τελευταίοι, προφανώς, θα κάνουν χρήση εκβιασμών και απειλών (αποπομπής από την ευρωζώνη, περικοπής κοινοτικών κονδυλίων, κ.ά.), προκειμένου να πετύχουν πειθάρχηση του «μη συνεργαζόμενου δανειολήπτη»! Ωστόσο, η επίσημη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στη διακήρυξη των ευρωεκλογών 2014, έδινε ριζοσπαστική απάντηση στο συγκεκριμένο δίλημμα.
«Η αποπληρωμή του χρέους θα γίνει με αναπτυξιακή και κοινωνική ρήτρα, αφού πρώτα εξασφαλιστεί για μια ικανή περίοδο, η διακοπή πληρωμής τόκων και χρεολυσίων… Για την επίτευξη των στόχων θα αξιοποιηθούν στην περίπτωση εκβιασμού, όλα τα όπλα: η διακοπή πληρωμών, η καταγγελία για πρόκληση ζημιάς στη χώρα μας με στόχο τη διάσωση του Ευρώ και των ιδιωτικών τραπεζών, η προσφυγή για την ακύρωση των συλλογικών δικαιωμάτων κατά παράβαση του κοινοτικού κεκτημένου αλλά και για τη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας… Επιπρόσθετα θα ενεργοποιήσουμε άμεσα τη διαδικασία διεκδίκησης του κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων».[8]
Στην πράξη, ο στενός ηγετικός πυρήνας περί τον Α.Τσίπρα, δεν πίστευε στην παραπάνω θέση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε δημόσια τηλεοπτική συζήτηση, ο γράφων (Γ.Τ.) την υπερασπίστηκε με ανάγνωση του σχετικού εδαφίου από το κείμενο της απόφασης – προς αποφυγήν αλλοιώσεων – στην εκπομπή του Action ’24 (30/12/14).[9] Η συγκεκριμένη αναφορά έδωσε αφορμή για επίθεση την επόμενη στο ΣΥΡΙΖΑ από τον πρόεδρο της ΝΔ Α.Σαμαρά, ότι τάχα ο κ.Τόλιος αποκάλυψε την «κρυφή ατζέντα» του ΣΥΡΙΖΑ και το σχέδιο χρεοκοπίας της χώρας![10] Δυστυχώς εκ μέρους του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπήρξε πολιτική στήριξη στο πρόσωπο μου, αλλά αντίθετα έμμεση διάψευση. Σύμφωνα με δήλωση του υπεύθυνου Τύπου, Πάνου Σκουρλέτη, η αναφορά του κειμένου της διακήρυξης «δεν συνιστά στάση πληρωμών» (!) και ότι δεν επρόκειτο για επίσημη θέση του κόμματος (!).[11] Προφανώς, η ηγετική ομάδα δεν αποδεχόταν τη συγκεκριμένη θέση, γι’ αυτό και δεν έκανε το στοιχειώδες από δεοντολογική άποψη!
Επιπλέον, στο «Διαρκές Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ» λίγες ημέρες αργότερα (3/1/15), ο πρόεδρος Αλ.Τσίπρας, καταφέρθηκε έμμεσα σε βάρος μου (Γ.Τ.), λέγοντας ότι «ορισμένοι θέλοντας να κάνουν θόρυβο για το όνομά τους, δίνουν ευκαιρία επιθέσεων στο ΣΥΡΙΖΑ»! Επρόκειτο για προσβλητική επίθεση, την οποία απέφυγα δημοσίως να καταγγείλω, στη λογική «να μη δώσω λαβή σε δημόσιες αντιπαραθέσεις που θα ζημίωναν πολιτικά το ΣΥΡΙΖΑ». Ήταν μια πράξη πολιτικής ευαισθησίας και κομματικής ευθύνης – έτσι την εκτίμησα τότε – για την οποία εκ των υστέρων θεωρώ ότι ήταν λάθος από πολιτική άποψη. Αφορούσε δημόσια υπεράσπιση επίσημης θέσης του κόμματος, την οποία ο Πρόεδρος όφειλε να στηρίξει, αντί να καταφύγει σε έμμεση αποδοκιμασία μου, γι’ αυτό δεν θα έπρεπε να είχα σιωπήσει!
Αποκαλύφθηκε ωστόσο ότι όντως υπήρχε «κρυφή ατζέντα» του Α.Τσίπρα. Αλλά δεν αφορούσε το «σχίσιμο» των Μνημονίων, ούτε την «αθέτηση πληρωμής του χρέους» ή «καμιά θυσία για το ευρώ», ως απάντηση στις πιέσεις και εκβιασμούς των δανειστών, αλλά την παραμονή «πάση θυσία στο ευρώ», θυσιάζοντας τον ελληνικό λαό χάριν της σωτηρίας της ευρωζώνης! Αυτή η πικρή αλήθεια επιβεβαιώθηκε σε πολλά μεταγενέστερα γεγονότα.
Την ίδια αντιμετώπιση είχε και η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για «δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών». Ο Α.Τσίπρας μιλώντας στο Ελληνο-Ιταλικό Επιμελητήριο την 1η Δεκέμβρη ’14,[12] αγνόησε εντελώς την επίσημη θέση και μίλησε για Ίδρυση Δημόσιας Αναπτυξιακής Τράπεζας και Τράπεζα Ειδικού σκοπού χρηματοδότησης ΜΜΕ και αγροτών, ενώ στο Διαρκές Προγραμματικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ (3/1/15, Tae Kwon Do), περιορίστηκε να πει ότι «προστατεύουμε το Τραπεζικό σύστημα στα πλαίσια της ΕΚΤ και εγγυόμαστε τις καταθέσεις των Ελλήνων πολιτών».[13] Ανάλογη «κακομεταχείριση» είχαν και άλλες ριζοσπαστικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ από κορυφαία στελέχη της ηγετικής ομάδας.
4. Η νίκη της 25ης Γενάρη ’15 και η Α΄ κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ
Η νίκη στις εκλογές 25ης Γενάρη ’15, γέμισε ενθουσιασμό και ελπίδες το λαό, για αλλαγή πορείας και απαλλαγή από τα Μνημόνια και την ευρωζωνική επιτήρηση. Ωστόσο, γρήγορα εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα που συμπυκνώνονται στις λέξεις «υποχωρήσεις» και «παραχωρήσεις». Ειδικότερα, στη σύνθεση της κυβέρνησης συμμετείχαν πρόσωπα αμφιλεγόμενης πολιτικής αξιοπιστίας που δεν είχαν καμιά σχέση με την Αριστερά (π.χ. Βαρουφάκης, Σπίρτζης, Μάρδας, Σαγιάς, κ.ά.), ενώ οι «στρογγυλεμένες» προγραμματικές δηλώσεις, έδιναν στίγμα ατολμίας και εγκατάλειψης των ριζοσπαστικών θέσεων. Οι συγκεκριμένες επιλογές έγιναν με πλήρη αγνόηση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ανησυχίες εντάθηκαν από δύο νέα γεγονότα. Τη συμφωνία της 20ής Φλεβάρη ’15 με τις «δημιουργικές ασάφειες», η οποία προέβλεπε παράταση υπάρχοντος προγράμματος ως τέλος Ιουνίου χωρίς καμιά δέσμευση χρηματοδότησης (σοβαρό λάθος που ομολογήθηκε αργότερα) και δεύτερον, εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας από το συντηρητικό χώρο, ως εγγυητή της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη.[14] Οι συγκεκριμένες επιλογές έγιναν και πάλι με πλήρη αγνόηση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνέχεια είναι γνωστή. Παρά το θετικό έργο της κυβέρνησης κάτω από ιδιόμορφες συνθήκες, η προώθηση κρίσιμων επιλογών είχε «κολλήσει».
Από την άλλη οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις για «έντιμη συμφωνία» έδειξαν τις «προθέσεις» και «διαθέσεις» των δανειστών, χωρίς ποτέ η ηγεσία να βγάλει συμπεράσματα για αλλαγή πλεύσης και στοιχειώδη προετοιμασία στη διαφαινόμενη σύγκρουση με «τρόικα». Επρόκειτο για εγκληματική αμέλεια, αν όχι συνειδητή επιλογή. Έτσι φτάσαμε στο παρά πέντε. Στις 25 Ιουνίου στο τραπέζι υπήρχε μόνο η πρόταση Ζ.Κ.Γιούνκερ, προέδρου της ΕΕ για την υπογραφή νέου Μνημονίου που είχε χαρακτήρα τελεσίγραφου. Η κυβέρνηση στις 26 Ιουνίου αποφάσισε να προσφύγει σε δημοψήφισμα, για αποδοχή ή απόρριψη της πρότασης, ενώ στις 27 Ιουνίου ορίζεται στη Βουλή ημέρα δημοψηφίσματος, Κυριακή 5η Ιουλίου ’15.
Με την ανακοίνωση διεξαγωγής δημοψηφίσματος, η ΕΚΤ επιβάλλει τα capital controls και προσωρινό κλείσιμο τραπεζών ως την επομένη του δημοψηφίσματος (6η Ιουλίου ’15). Ταυτόχρονα, ξεκινάει κύμα κινδυνολογίας και εκφοβισμού του ελληνικού λαού από τα συστημικά «ΜΜΕ» για αποτροπή του ΟΧΙ, με πρωταγωνιστές την εγχώρια μνημονιακή πολιτική ελίτ (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, κ.ά.), εκπροσώπους κεντρικών επιχειρηματικών οργανώσεων, μέχρι τη μνημονιακή ηγεσία της ΓΣΕΕ, καθώς και ανοικτές παρεμβάσεις εκπροσώπων των Βρυξελλών, Βερολίνου, Ουάσινγκτον, υπέρ του ΝΑΙ.
Η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ήταν η κορύφωση της κυρίαρχης αντίθεσης.[15] Το αποτέλεσμα ήταν «κεραυνός εν αιθρία», τόσο για τις εγχώριες μνημονιακές πολιτικές και κοινωνικές ελίτ, όσο και για τις υπερεθνικές. Η κυβέρνηση βρέθηκε «ενώπιος ενωπίω» με τις δεσμεύσεις της και ουσιαστικά με την Ιστορία. Όπως παρατηρεί ο δημοσιογράφος Φρ.Λορντόν «οι εναλλακτικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ ήταν δύο: «Ή να κρυφτεί κάτω από το τραπέζι ή να το αναποδογυρίσει».[16] Ο Α.Τσίπρας και η ηγετική ομάδα προτίμησε το πρώτο. Οι ευθύνες τους δεν είναι απλά μεγάλες αλλά ιστορικές.
Η «Αριστερή Πλατφόρμα» παρά τη διαφωνία και την έντονη αντίθεσή της, δεν κατάφερε να αποτρέψει την «ανέντιμη συμφωνία». Παρ’ ότι με πρωτοβουλία της συγκεντρώθηκαν 109 υπογραφές μελών της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ σε σύνολο 201 (δηλ. πλειοψηφία), που ζητούσαν σύγκλισή της, η ηγετική ομάδα και ο Αλ.Τσίπρας, αγνόησαν με προκλητικό τρόπο το αίτημα, σβήνοντας με μια μονοκονδυλιά καταστατικές δεσμεύσεις και αξιακά φορτία της Αριστεράς για δικαιώματα, συλλογικότητα, εσωκομματική δημοκρατία, κ.ά.
Σήμερα παραμένει προς απάντηση το κρίσιμο ερώτημα, εάν και πώς μπορούσαν όλα αυτά να αποτραπούν. Χωρίς αμφιβολία η αφυδάτωση της εσωκομματικής δημοκρατίας είχε σχέση με τον προεδροκεντρικό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ και μετατόπιση του κέντρου βάρους των πολιτικών αποφάσεων από τα ανώτερα κομματικά όργανα, στην κοινοβουλευτική ομάδα και παραπέρα στην κυβέρνηση και κυρίως στον πρωθυπουργό. Παρ’ ότι στις συγκεκριμένες συνθήκες, με τις ραγδαίες εξελίξεις δεν υπήρχε πάντα δυνατότητα σύγκλισής τους, στην πραγματικότητα ο παραγκωνισμός τους ήταν συνειδητή επιλογή της ηγεσίας η οποία σφετερίστηκε την εμπιστοσύνη των μελών και αποδείχτηκε συνολικά κατώτερη των περιστάσεων.
Επίσης, η λογική της «ανάθεσης» που καλλιεργήθηκε στο λαό, τον τελευταίο χρόνο πριν την ανάληψη της διακυβέρνησης, συνεχίστηκε σε όλο το κρίσιμο εξάμηνο. Κι εδώ η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ συνειδητά δεν ήθελε την ενεργό συμμετοχή και παρέμβαση του λαού στις εξελίξεις, διότι θα έμπαινε εμπόδιο στα συμβιβαστικά σενάρια που είχε δρομολογήσει και κυρίως στην αποφυγή ρήξης με ευρωζώνη. Αυτό άλλωστε αποκαλύφθηκε από κυβερνητικά στελέχη,[17] ότι η ηγετική ομάδα αντιμετώπισε με αμηχανία το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αντί να το χρησιμοποιήσει ως μοχλό ανατροπής των Μνημονίων και ανάκτησης της χαμένης εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
5. Η Αριστερή Πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και ο ρόλος της
Το Αριστερό Ρεύμα αποτελούσε την αριστερή ψυχή του ΣΥΝ και σε συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ. Έπαιζε ενωτικό και ριζοσπαστικό ρόλο στην προσπάθεια ανασυγκρότησης των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Παρ’ ότι δόθηκε δυνατότητα στο 5ο Συνέδριο του ΣΥΝ να ηγεμονεύσει στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, η ρήξη στις γραμμές του, με την αντίθεση του πρώην και νέου προέδρου του ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ (Αλαβάνου-Τσίπρα), για την οποία ως τώρα δεν υπάρχει απολύτως καμιά πλευρά υπεύθυνη ερμηνεία, δημιούργησε νέους συσχετισμούς και πολιτικο-ιδεολογικά δεδομένα στο ΣΥΡΙΖΑ. Σε όλη την περίοδο 2010-15, μέχρι και τη δημιουργία της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, το Αριστερό Ρεύμα και ευρύτερα η Αριστερή Πλατφόρμα, είχε σε βασικά ζητήματα πολιτική θέση που κατέληγε σε διαφορετική στρατηγική.
Ο πυρήνας της διαφοράς ήταν κατ’ αρχάς το θέμα του ευρώ-ευρωζώνης, δηλ. το κατά πόσο οι προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και πρώτα απ’ όλα η κατάργηση της λιτότητας και των Μνημονίων, η διαγραφή του χρέους, ο δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος των τραπεζών, κ.ά., μπορούσαν να πραγματοποιηθούν εντός της ευρωζώνης ή με την αποδέσμευση από αυτήν. Η ζωή διέψευσε με δραματικό τρόπο τη στρατηγική της ηγετικής ομάδας του Αλ.Τσίπρα και δικαίωσε την άποψη του ΑΡ/ΑΠ για ρήξη με την ευρωζώνη, τη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα και ανάκτησης της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.[18]
Το κρίσιμο ερώτημα για τους ιστορικούς είναι, κατά πόσο η παρέμβαση του ΑΡ θα μπορούσε να ήταν διαφορετική, ώστε να αποτρέψει την μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για υποθετικό ερώτημα που είναι δύσκολο να απαντηθεί με πειστικότητα. Ωστόσο, για ορισμένες καταστάσεις μπορούμε ίσως να δώσουμε απαντήσεις με σχετική βεβαιότητα, όπως για το χρόνο αποχώρησης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σίγουρα η 20ή Φλεβάρη ’15 ήταν πολύ ενωρίς, διότι ο κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ και η ελληνική κοινωνία είχαν οικοδομήσει προσδοκίες και κατανοούσαν τις δυσκολίες. Μια εσπευσμένη ενέργεια η οποία θα οδηγούσε σε πτώση της κυβέρνησης, θα ερμηνευόταν «σαν χτύπημα εκ των έσω».
Η κατάσταση όμως ήταν διαφορετική μετά το δημοψήφισμα και την «κωλοτούμπα» του Α.Τσίπρα. Η επομένη της 12ης Ιουλίου ’15, ίσως ήταν καταλληλότερη στιγμή. Σε αυτήν την περίπτωση οι εναλλακτικές ήταν δύο: είτε παραίτηση κυβέρνησης και άμεση προσφυγή σε εκλογές, είτε πρώτα ψήφιση Μνημονίου και μετά εκλογές. Η πρώτη εκδοχή δυσκόλευε την ανασυγκρότηση των ριζοσπαστικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ και είχε πρόσθετες δυσκολίες, διότι η προσφυγή σε εκλογές μεσούντως του καλοκαιριού θα πιστωνόταν σε βάρος του ΑΡ/ΑΠ. Από την άλλη, η αναβολή αποχώρησης αφού πρώτα εξαντληθεί κάθε δυνατότητα αποτροπής ψήφισης του Μνημονίου, διευκόλυνε τις κινήσεις της ηγετικής ομάδας του Α.Τσίπρα, η οποία τελικά το ψήφισε, με στήριξη των μνημονιακών κομμάτων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι) και προχώρησε σε εκλογές «εξπρές», για να μη δοθεί χρόνος συγκρότησης των δυνάμεων του ΑΡ/ΑΠ στο νέο φορέα, τη «Λαϊκή Ενότητα».[19]
6. Εφαρμογή του Γ΄ Μνημονίου και πλήρης μετάλλαξη ΣΥΡΙΖΑ
Ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η έναρξη εφαρμογής του Γ΄ Μνημονίου, ολοκλήρωσε τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε διαχειριστή ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η πορεία εφαρμογής του Μνημονίου επιβεβαιώνει καθημερινά τη μετάλλαξη. Το σκάνδαλο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και ο έλεγχός τους από ξένα κέντρα, το ασφαλιστικό, η παράδοση των δημοσίων εσόδων σε «Ανεξάρτητη Αρχή» υπό τον έλεγχο των δανειστών, η δημιουργία υπερ-Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων της δημόσιας περιουσίας και ΔΕΚΟ υπό τον έλεγχο των δανειστών, η συνεχιζόμενη φορολεηλασία των λαϊκών στρωμάτων και συρρίκνωση των εργασιακών αμοιβών, το νέο πακέτο για τα «εργασιακά» ως προαπαιτούμενο νέας αξιολόγησης κ.ά., αποτελούν καθαρά δείγματα γραφής της συγκεκριμένης μετάλλαξης.
Τώρα πλέον δεν γίνεται λόγος για «επώδυνη συμφωνία», αλλά επιχειρείται να εμφανιστεί η μνημονιακή πολιτική ως «δίκαιη ανάπτυξη», «παράλληλο πρόγραμμα», «κοινωνικό μέρισμα» στα θύματα της κρίσης, κ.ά. Ωστόσο το έγκλημα δεν ήταν «στιγμιαίο» αλλά… «διαρκές»! Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να βγάλει συμπέρασμα, ότι η συμφωνία δεν ήταν απλά «επώδυνη» αλλά ταπεινωτική, «παράδοση άνευ όρων» στους δανειστές, με διαχρονικές συνέπειες στον ελληνικό λαό. Το πιο σημαντικό ωστόσο είναι ότι δεν θέλει να βγάλει συμπεράσματα για το χαρακτήρα της ευρωζώνης. Ότι δηλαδή το «ενιαίο νόμισμα» είναι πρώτα απ’ όλα «πολιτικό σχέδιο», που εξυπηρετεί τις ισχυρές δυνάμεις της ΕΕ και κυρίως τη Γερμανία. Ότι στηρίζεται στην ισχύ και τον ανταγωνισμό, στην κυριαρχία των ισχυρών στους αδύνατους, στην άνιση ανάπτυξη και όχι σύγκλιση οικονομιών, στις ανισότιμες σχέσεις και όχι στην αλληλεγγύη και ισότιμη συνεργασία των λαών, διευρύνει όλο και περισσότερο το «έλλειμμα» δημοκρατίας, κοινωνικού κράτους, κ.ά.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να παραδεχτεί επίσης ότι η ΟΝΕ δεν μεταρρυθμίζεται, ούτε «ένα άλλο ευρώ» ή μια «άλλη Ευρώπη» είναι εφικτή, γιατί οι αρχιτέκτονές της, πρώτα απ’ όλα η Γερμανία, θέλουν αυτήν ακριβώς την ΟΝΕ και αυτό το ευρώ. Σε αυτό οφείλεται η ογκούμενη δυσαρέσκεια και ο αυξανόμενος «ευρωσκεπτικισμός», με ενίσχυση των κετρόφυγων τάσεων όπως έδειξε το βρετανικό Brexit. Η ευρωζώνη δεν μεταρρυθμίζεται αλλά ανατρέπεται, με την αποδέσμευση των χωρών και επαναθεμελίωση του ευρωπαϊκού οράματος, με όρους λαών και εργαζόμενων, από κυβερνήσεις που θα εκφράζουν τα συμφέροντά τους.
Δεν είναι τυχαίο που στο κείμενο «Θέσεων» της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, εν όψει του 2ου Συνεδρίου (Οκτώβρης ’16),[20] δεν υπάρχουν οι ριζοσπαστικές αιχμές που ήταν το «νάμα» συσπείρωσης αριστερών και αντιμνημονιακών δυνάμεων και εξασφάλισαν άνοδο στην εξουσία. Στη θέση τους τώρα έχουν μπει διαχειριστικές αντιλήψεις του συστήματος, σε συνθήκες κυριαρχίας των νεοφιλελεύθερων συνταγών της ευρωζώνης. Δεν είναι τυχαίο που δεν γίνεται συζήτηση για επαναφορά των εργασιακών δικαιωμάτων που καταργήθηκαν από τα Μνημόνια, ούτε ενίσχυση του ρόλου του Δημοσίου στο πεδίο των κοινωνικών αγαθών, ούτε για έλεγχο μονοπωλιακών δομών, κατάργησης προνομίων ολιγαρχίας,… ούτε φυσικά υπέρβαση των καπιταλιστικών σχέσεων και σοσιαλιστική προοπτική.
7. Γενικότερα Συμπεράσματα
Από τη συνοπτική εξέταση της διαδρομής του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία 15ετία, μπορούμε να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα, τόσο της θεαματικής πορείας ανόδου, όσο και της θεαματικής μετάλλαξής του, από φορέα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε συστημικό κόμμα διαχείρισης νεοφιλελεύθερων πολιτικών στα πλαίσια των κατευθύνσεων του ευρωσυστήματος.
Ειδικότερα, η θεαματική του άνοδος οφείλεται κυρίως: στην ανάδειξη της αναγκαιότητας «διαλόγου και κοινής δράσης της Αριστεράς», στη στροφή στα «κοινωνικά κινήματα», στην επεξεργασία ριζοσπαστικού προγράμματος, στο «άνοιγμα» προς τον κόσμο που απεγκλωβιζόταν από την επιρροή του δικομματισμού λόγω κρίσης και Μνημονίων, στα «δίκτυα» κοινωνικής αλληλεγγύης στους πληττόμενους από την κρίση, στο σύνθημα «κυβέρνηση της Αριστεράς», στην οργανωτική ανάπτυξη, ενίσχυση συνοχής του, κ.ά.
Από την άλλη, η θεαματική πορεία διάψευσης των προσδοκιών και μετάλλαξης σε φορέα υλοποίησης μνημονιακών πολιτικών, οφείλεται στις λαθεμένες θεωρήσεις του ταξικού χαρακτήρα της ΟΝΕ, ο μετασχηματισμός της οποίας σε «μια άλλη Ευρώπη», δεν μπορεί να γίνει χωρίς ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων. Από την άλλη οι «υποχωρήσεις» και «παραχωρήσεις» στις εγχώριες και υπερεθνικές δυνάμεις του συστήματος δεν οδηγούσαν σε ενίσχυση αλλά αποδυνάμωση της πολιτικής του αξιοπιστίας και σε φθορά των ιδεών της Αριστεράς.
Επίσης, οι αντιφατικές όψεις των προγραμματικών του θέσεων, με την άνοδο στην κυβέρνηση μετεξελίχτηκαν σε εμπόδια προώθησής τους, τα οποία εντάθηκαν με τους λαθεμένους χειρισμούς της διαπραγματευτικής ομάδας, τους κούφιους «λεονταρισμούς» και πρακτικές «μπλόφας» για φυγή τάχα από την ευρωζώνη όταν όλοι γνώριζαν ιδιαίτερα οι αντίπαλοι, ότι η ηγετική ομάδα δεν διέθετε σχέδιο προετοιμασίας για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ταυτόχρονα, ο παραγκωνισμός των κομματικών οργάνων σε θεμελιώδεις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, ο παροπλισμός του «λαϊκού παράγοντα» ως προωθητικού μοχλού ριζοσπαστικών αλλαγών και η έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμή του, σε συνδυασμό την εμφανή «πολιτική δειλία» της ηγετικής ομάδας, οδήγησαν στην παράδοση άνευ όρων στους πιστωτές και υπογραφή μιας κατάπτυστης συμφωνίας, τις τραγικές συνέπειες της οποίας βιώνει σήμερα ο ελληνικός λαός και ιδιαίτερα η νέα γενιά.
Ωστόσο, το κρίσιμο ζήτημα της υπέρβασης των Μνημονίων και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και άνοιγμα του δρόμου σε βαθιές κοινωνικές αλλαγές με σοσιαλιστικό ορίζοντα, προβάλλει ως μόνη ελπιδοφόρα προοπτική στην ελληνική κοινωνία και στις χώρες της ευρωζώνης και ΕΕ. Αυτό επιβάλλει στην Αριστερά του 21ου αιώνα το καθήκον επεξεργασίας μιας σύγχρονης στρατηγικής και τακτικής, σύμφωνα με τα ζωτικά συμφέροντα των λαών και εργαζόμενων και σε αντιστοιχία με το βαθύτερο νόημα της ρήσης του Χέγκελ ότι «…πραγματικό είναι το ιστορικά αναγκαίο».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Περισσότερα βλ. www.syn.gr
[2] Στις εθνικές εκλογές 2004 οι περισσότεροι από τους πολιτικούς φορείς του Χώρου Διαλόγου (ΣΥΝ, ΑΚΟΑ, ΚΕΔΑ, ΔΕΑ, ΚΟΕ, Ενεργοί Πολίτες και ανένταχτες προσωπικότητες) συμμετείχαν σε κοινό ψηφοδέλτιο, με επωνυμία «Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς – Ενωτικό Ψηφοδέλτιο».
[3] www.protothema.gr
[4].Το 2004 ο ΣΥΡΙΖΑ διασφάλισε την παρουσία του στη Βουλή (3,26% και 6 βουλευτές), ενώ στις εκλογές 2007 πήρε 5,04% και 14 έδρες, στις ευρωεκλογές Ιουνίου 2009 4,7% και στις βουλευτικές Οκτώβρη 2009, πήρε 4,6% και 13 έδρες.
[5] Χαρακτηριστική περίπτωση το χρέος. Ενώ η επίσημη θέση ήταν «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους και το υπόλοιπο με ρήτρα ανάπτυξης», από την ηγετική ομάδα και τον ίδιο τον Α.Τσίπρα διατυπωνόταν η θέση «μεγάλου μέρους», «απομείωση χρέους», «ρύθμιση χρέους», με επωδό ότι δεν θα προβούμε σε «μονομερείς ενέργειες».
[6] «Το κείμενο των Θέσεων της ΚΕ και των τροπολογιών για το 1ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, σελ. 10, ένθετο Αυγή, 2/6/13.
[7] «Πολιτική Απόφαση Ιδρυτικού Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ», (σημείο 13/2), 22/7/13, www.syriza.gr
[8] «Η διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ για τις Ευρωεκλογές», 25/4/2014, www.left.gr
[9] Αναλυτικά βλ. www.action 24.gr
[10] Σε ερώτηση δημοσιογράφων στον Α.Σαμαρά, εξερχόμενος παραμονή Πρωτοχρονιάς από το Μέγαρο Μαξίμου, αν άκουσε τη δήλωση του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ κ.Γ.Τόλιου στον Action 24, απάντησε: «Βέβαια και την άκουσα. Την άκουσα χθες βράδυ και μέχρι χθες βράδυ την έκρυβε πολύ καλά ο κ.Τσίπρας, την απόφαση του συνεδρίου τους παρακαλώ, που είναι δεσμευτική για όλους. Δηλαδή να μην πληρώσουν τόκους και χρεολύσια. Δηλαδή να πάνε τη χώρα σε στάση πληρωμών και χρεοκοπία…», Εφημερίδα των Συντακτών, 2/1/15.
[11] Αυγή, 3/1/15.
[12] Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, 1/12/14, www.syriza.gr
[13] Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, 3/1/15, www.syriza.gr
[14] Ο πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Π.Παυλόπουλος, στις 27 Απρίλη ’15, προέβη σε μια ασυνήθιστη δήλωση με βάση τη θεσμική του ιδιότητα, ότι «θα κάνω τα πάντα, αγγίζοντας τα όρια των αρμοδιοτήτων μου, ώστε η πορεία της Ελλάδος να είναι αδιατάρακτη εντός της Ευρώπης και της ευρωζώνης»! (www.koolnews.gr).
[15] Αυτό που κρινόταν στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ως το δημοψήφισμα ήταν σε όφελος τίνος θα επιλυόταν η αντίθεση ανάμεσα στον ελληνικό λαό από τη μια μεριά και της εγχώριας ελίτ μαζί και των υπερεθνικών «θεσμών» από την άλλη. Αναλυτικότερα βλ. Γιάννης Τόλιος, «Η κυρίαρχη αντίθεση και η διαδικασία επίλυσης της», 22/5/15, www.iskra.gr
[16] Αναλυτικότερα βλ. Φρεντερίκ Λορντόν (2016), Σκοτώνουν τους Έλληνες… Χρονικά του ευρώ, εκδ. Τόπος, Αθήνα, σελ. 31
[17] Δηλώσεις Γ.Βαρουφάκη, ότι «την επομένη του δημοψηφίσματος πήγα στο πρωθυπουργικό γραφείο… αλλά ένιωσα μια αίσθηση παραίτησης, μια αρνητικά φορτισμένη ατμόσφαιρα. Ήρθα αντιμέτωπος με ένα ηττοπαθές κλίμα, το οποίο ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με ό,τι συνέβαινε έξω…», www.spirospero.gr
[18] Αναλυτικότερα βλ. Γιάννης Τόλιος (2016), Η Μετάβαση στο Εθνικό Νόμισμα αφετηρία εξόδου από την κρίση, εκδ. «Ταξιδευτής», Αθήνα.
[19] Στις 20 Αυγούστου ’15 ο Αλ.Τσίπρας υπέβαλε παραίτηση και προκηρύχτηκαν εκλογές για 20 Σεπτέμβρη ’15. Στις 21 Αυγούστου 25 βουλευτές με επικεφαλής τον Παναγιώτη Λαφαζάνη αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και σχημάτισαν τη «Λαϊκή Ενότητα», ενώ στις 26 Αυγούστου παραιτήθηκαν 53 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Εφημερίδα των Συντακτών, 26/8/15.
[20] Κείμενο Θέσεων της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ στο το 2ο Συνέδριο. Προτεινόμενες αλλαγές στο Καταστατικό. www.Left.gr
πίσω στα περιεχόμενα: