τετράδια

ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

Ετικέτες: ,


Μικρό σημείωμα για τον εαμικό πατριωτισμό


Οι βαθύτερες ρίζες του ελληνισμού είναι η εθνική μας κουλτούρα

Μίκης Θεοδωράκης

 

 

Α΄. Αν υποστηρίξουμε πως ο εαμικός πατριωτισμός, ως άμεση προέκταση της εθνεγερτικής ανάτασης του έπους του ’40, υπήρξε η θεμελιακή βάση του μεγαλείου της εθνικής αντίστασης, προφανώς και θα πούμε μια πολύ απλή αλήθεια.

Όπως, παρομοίως, θα πούμε μια πολύ απλή αλήθεια αν επισημάνουμε πως αυτός ο βαθύτατα πολιτιστικός πατριωτισμός συνδύαζε και εναρμόνιζε: φιλοπατρία, δημοκρατία, ουμανισμό και διεθνισμό, που, συναποτελώντας τον αξιακό του πυρήνα, προσδιόριζαν και όριζαν ιεραρχικά τα μεγάλα προτάγματα του τόπου μας, με πρώτα τα εθνικά, σε εκείνη την πολύ σκοτεινή καμπή της ιστορίας μας και της ιστορίας όλου του κόσμου.

Χωρίς δυσανεκτική ενοχή ή και αποδομητική σχέση με ό,τι το ελληνικό ή εθνικό, με την ιστορική μας συνέχεια, με την παράδοσή μας και την πολιτιστική μας ιθαγένεια, όπως κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, η εαμική Αριστερά, μακριά από φυλετικές, ελληνοκεντρικές και εθνοκεντρικές νοσηρότητες, δεν αντιστοιχήθηκε απλώς με τη βαθιά «ψυχή» του τόπου μας, αλλά, ως αυθεντική έκφρασή της, αναδείχτηκε και σε ηγέτιδα εθνική του δύναμη, πρωταγωνιστική στη μεγαλειώδη εθνική του αντίσταση.

Ομόρρoπα, μάλιστα, προς την γκραμσιανή θέση που θέλει η αφετηρία να είναι εθνική κι η προοπτική διεθνιστική, μας διδάσκει με το παράδειγμα του δικού της μοναδικά ποιοτικού πατριωτισμού πως μόνο όταν η Αριστερά πατάει σωστά και γερά στον τόπο της, μπορεί να «σηκώσει» και τη μοίρα του στους ώμους της, αγναντεύοντας από εκεί τον κόσμο όλο και προσθέτοντας το χρώμα του στην οικουμενική πολυχρωμία των εθνών και των εθνοτήτων. Αλλιώς, θα είναι μια ά-τοπη Αριστερά, μια «μεταφυσική» Αριστερά της… Νεφελοκοκκυγίας (κατά φαντασίωσή της επαναστατική!).

 

Β΄. Θα προσφύγω, χωρίς ιδιαίτερη ανάλυση, σε τρεις πολύ ενδεικτικές πηγές, απ’ τις πολλές, που μπορούμε να ανασάνουμε  άρωμα εαμικού πατριωτισμού, όπως μας έρχεται (πηγάζει) απ’ τη μεγάλη παράδοση του Ρήγα, του Σολωμού, του Κάλβου και του Μακρυγιάννη.

Πρώτη πηγή: Τα αντάρτικα τραγούδια, όπου είναι διάχυτη η αγάπη για την Ελλάδα (πατρίδα)  και το πάθος για την ελευθερία της, με αναφορές στον Ρήγα και στις ηρωϊκές παραδόσεις του λαού μας (ακρίτες και κλεφταρματολούς), αλλά και σε πανανθρώπινες αξίες και ιδανικά: «Βροντάει ο Όλυμπος, αστράφτει η Γκιόνα /…θέλουμε λεύτερη εμείς πατρίδα / και πανανθρώπινη τη λευτεριά» (Απ’ το «Στ’ άρματα, στ’ άρματα» του Ν. Καρβούνη) – «Εμπρός Ε.Λ.Α.Σ. για την Ελλάδα / το δίκιο και τη λευτεριά / … Παντού η πατρίδα μ’ έχει στείλει / φρουρό μαζί κι εκδικητή… Με χίλια ονόματα μια χάρη /  ακρίτας είτ’ αρματολός / αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι / πάντα είν’ ο ίδιος λαός» (Από τον «Ύμνο του ΕΛΛΑΣ» της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη) – «Του Ρήγα ο σπόρος φούντωσε πια… μας λευτερώνουν την πατρίδα» (Από τον «Ύμνο στην Π.Ε.Ε.Α) – «Με τη χρυσή της νιότης πανοπλία / το θάρρος, την ορμή, τη λεβεντιά / πετάμε στον αγώνα, στη θυσία / για την Ελλάδα, για τη λευτεριά» (Απ’ τον «Ύμνο της Ε.Π.Ο.Ν.» της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη) –

«Σκλάβος δεν θέλεις εσύ να ζήσεις / σκλαβιάς δεν θέλεις σίδερα βαριά / πήρες ντουφέκι και πας να πολεμήσεις / για της Ελλάδας μας τη λευτεριά» (Απ’ το «Η μάνα του αντάρτη») – «Ε.Π.Ο.Ν, Ε.Π.Ο.Ν., γλυκοχαράζει νια ζωή / το εικοσιένα ξαναζεί / με το λαό μαζί» (Απ’ το «τραγούδι της Ε.Π.Ο.Ν.) – «Της Αλαμάνας ήρωες, της Γκιόνας παλικάρια…σας ευλογεί του Διάκου μας το τιμημένο χέρι» (Απ’ το «Στους αντάρτες της Ρούμελης») – «Μοσχοβολάει η Ελλάδα μας, λάμπουνε τα βουνά της / γιατί οι αντάρτες μάχονται για την ελευθεριά της… Με του Φεραίου την καρδιά, τ’ αντάρτη την παλικαριά» (Απ’ το «Μοσχοβολάει η Ελλάδα μας»).

Δεύτερη πηγή: Τι είναι και τι θέλει το Ε.Α.Μ. του Δημήτρη Γληνού, με τη βαθύτερη λογική που διαπερνά το κείμενο να είναι, τηρουμένων των αναλογιών, πολύ διδακτική και στους καιρούς μας. Διαβάζουμε στις γραμμές του, όπου, όπως επισημαίνει και ο Σπ. Ασδραχάς, «δεν υπάρχει καμία συστολή στη χρήση και ανάδειξη της έννοιας του έθνους και του εθνικού» (σε πρόλογό του στην πρόσφατη ανατύπωσή του από την Αυγή): «Από τον Απρίλη του 1941 ένα κύμα μαύρης σκλαβιάς σκέπασε την Ελλάδα…Τα ηρωικά παιδιά του Ελληνικού λαού εχτύπησαν κατάμουτρα τον πρώτο κατακτητή… και τότες εξεκίνησαν κατά της χώρας μας οι σιδερόφραχτες μεραρχίες, τα τανκς, τα κανόνια και τα αεροπλάνα των Γερμανών… Μα και μ’ αυτούς χτυπήθηκαν παλικαρίσια οι Έλληνες, ξέροντας από πριν, πως δεν μπορούν βέβαια αυτοί μια χούφτα άνθρωποι, σχεδόν άοπλοι, να κρατήσουν τον πύρινο ποταμό που κατέβαινε. Μα ο αγώνας τους και η θυσία τους είχε σημασία συμβολική. Έδειχνε πως οι Έλληνες δεν είναι λαός «ώριμος για σκλαβιά». Έδειχνε πως οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουνε για τη λευτεριά, που δεν τους την εχάρισε κανένας ποτέ, παρά πάντα, από τον καιρό του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας ως το ’21 και ως σήμερα, την καταχτήσανε με το αίμα τους και τον ηρωϊσμό τους». – «Όχι! Δεν υπάρχει συμβιβασμός και μοιρολατρική αποδοχή της σκλαβιάς. Ένας μονόδρομος ανοίγεται μπροστά μας. Ο δρόμος της ενεργητικής αντίστασης, ο δρόμος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αντίσταση ενεργητική. Παλλαϊκός αγώνας για την κατάκτηση την οριστική και την κατοχύρωση την οριστική της λευτεριάς. Αυτή είναι η ηρωική διάθεση του ελληνικού λαού μέσα στην αγωνία του. Η αγωνία του ελληνικού λαού είναι η αγωνία λαού που θέλει να ζήσει και θα ζήσει. Που θα παλέψει όλος μαζί ενωμένος, που θα παλέψει και θα νικήσει». – «Από τη στιγμή που διαπιστώνεται πως ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας επιβάλλεται αναπόδραστα…βγαίνει επιτακτικό  το χρέος απ’ τη μια μεριά για όλο το λαό να ενταχθεί σε μια ενιαία εθνική ενότητα, αφήνοντας για την ώρα κατά μέρος κάθε διαφορά πολιτική ή ιδεολογική που πηγάζει απ’ τα μερικότερα συμφέροντα των  κοινωνικών τάξεων…βγαίνει από την άλλη μεριά, το χρέος για όλα τα κόμματα και για όλους τους πολιτικούς αρχηγούς, όσοι είναι σύμφωνοι για την ανάγκη και τους σκοπούς του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, να συγκροτήσουνε την ενιαία πολιτική ηγεσία και καθοδήγηση του αγώνα μέσα στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο». – «Από τα βάθη της τρισχιλιόχρονης ιστορίας σε ατενίζουν οι πρόγονοί σου, οι ήρωες και οι μάρτυρες. Οι αγωνιστές του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, οι αγωνιστές του ’21, οι ήρωες των αλβανικών βουνών. Μη ντροπιάσεις την ιστορία σου και μη προδώσεις τον εαυτό σου. Γίνου και συ ένας αγωνιστής της λευτεριάς, μαζί με όλα τα αδέρφια σου. Εμπρός! Όλοι οι Έλληνες, όλοι οι ζωντανοί άνθρωποι τούτης της γης, ενταχθείτε στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο».

Τρίτη πηγή: «Ο ιστορικός λόγος» του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία, αναδημοσιευμένος απ’ το «Νέο Δρόμο», εφημ. του Αγροτικού Κόμματος της Ελλάδος, στο βιβλίο του Γιάννη Γ. Χατζηπαναγιώτου (Καπετάν Θωμά): Η πολιτική Διαθήκη του Άρη Βελουχιώτη, όπου, παρά τις κάποιες ενστάσεις, όπως για τα περί Καποδίστρια, ανασαίνει κανείς την πιο ρωμαλέα και ίσως την πιο ώριμη πολιτικά, αν κρίνουμε το αξιακό υπόβαθρο και τις ιεραρχήσεις της βαθύτερης λογικής του, εκδοχή του εαμικού πατριωτισμού. Διαβάζουμε εκεί: «Κάποτε η γωνιά αυτή της γης, που πατάμε και λέγεται Ελλάδα, ήτανε δοξασμένη κι ευτυχισμένη κι είχε ένα πολιτισμό που επί 2 ½ χιλιάδες χρόνια συνεχίζει να παραμένει και να θαυμάζεται από όλο τον κόσμο…Στην εποχή της σκλαβιάς πέρασε σκληρά, μαύρα χρόνια και πολλοί “έξυπνοι”, ανάμεσα στους οποίους και κάποιος Φαλμεράγιερ, ισχυρίστηκαν πως η ελληνική φυλή έσβησε… Μα ό,τι κι αν πούνε, αυτό δεν έχει καμία αξία. Την ελληνικότητά μας την αποδείξαμε» – «Όταν έχουμε τη μέρα της εθνικής ανεξαρτησίας μας, που γιορτάζουμε στις 25 Μάρτη, χαιρόμαστε, τραγουδάμε και κλαίμε από την συγκίνηση…» – «Στα προηγούμενα χρόνια πολλοί  περνούσαν απ’ την πλατεία του Διάκου,  μα κανείς δεν ένιωθε τον παλμό που περιείχε το τραγούδι που μας δίδασκε ο παλιός καθηγητής μας Λάσκαρης: Σας ευλογεί του Διάκου μας το τιμημένο χέρι…» – «Μας κατηγορήσανε ότι δεν βοηθάμε το συμμαχικό αγώνα… Αυτοί που στα 1941 πρόδωσαν το συμμαχικό αγώνα. Αυτοί που μαγάρισαν τις Θερμοπύλες και τους τριακόσιους μας κι αφήσαν τους συμμάχους Άγγλους να μάχονται μόνοι τους εκεί, ενώ αυτοί είχαν παραδώσει την Ελλάδα με τη συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου…». – «Μας κατηγορούν ότι θέλουμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρχε. Μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει. Ποιος είναι, λοιπόν, πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σε όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι’ αυτό  και δεν νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς το μόνο που διαθέτουμε είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας… Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουν τα κεφάλαιά τους απ’ τη χώρα μας ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;» – «Εμείς η μόνη μας φιλοδοξία είναι νάμαστε υπηρέτες του λαού. Γι’ αυτό και θα σεβαστούμε την ετυμηγορία σας, όποια κι αν είναι αυτή».

 

Γ΄. Το πώς αποστασιοποιήθηκε, εν πολλοίς, η μεταπολιτευτική Αριστερά απ’ τη βαθύτερη ουσία αυτού του πατριωτισμού, πώς έχασε το άρωμά του, είναι ένα δύσκολο θέμα που για να το «αναγνώσουμε» σωστά πρέπει να το φωτίσουμε από όλες του τις πλευρές. Ως προϊδεασμό (και υποψία) προσέγγισης απλώς θα αγγίξω δύο εξηγητικές πτυχές του. Η πρώτη σχετίζεται με μια αντανακλαστική, θα μπορούσαμε να πούμε, αντίδραση της Αριστεράς, προφανώς λαθεμένη, προς την κακοποιητική ιδιοποίηση  των περί το έθνος, την πατρίδα, την Ελλάδα και την πολιτιστική μας ιθαγένεια όρων και εννοιών απ’ τη Δεξιά κατά τον Εμφύλιο, τη μετεμφυλιακή και παντελώς γελοιοποιητικά κατά τη χουντική περίοδο. Αυτός ο κούφιος και κάπηλος πατριωτισμός, με έντονα τα στοιχεία του νοσηρού ελληνοκεντρισμού, του νοσηρού εθνοκεντρισμού, του ανόητου φυλετισμού και της εξίσου ανόητης εθνοφυλετικής (ομφαλοσκοπικής) μεγαληγορίας, με εθνοκαπηλικά υπολείμματα επίσης ανόητου «μεγαλοϊδεατισμού», παρ’ ότι καταφανώς εκινείτο στον αντίποδα του εαμικού πατριωτισμού, συμπαρέσυρε και «ενοχοποίησε» μαζί με την εθνοκαπηλία και το έθνος, με την πατριδοκαπηλία και την πατρίδα (φιλοπατρία), με τον νοσηρό ελληνοκεντρισμό και την ελληνική ταυτότητα, με τη «γραμμική» εκδοχή της ιστορικής μας συνέχειας και την ίδια την ιστορική μας συνέχεια. Κι εδώ βρίσκεται το υπόστρωμα της δεύτερης εξηγητικής μου πτυχής, το σχετιζόμενο με την οιονεί εθνική ιδεολογία της μεταπολιτευτικής περιόδου, με ένα δηλαδή βαθύτατα αποδομητικό της εννοιολογικής υπόστασης του ελληνισμού «ρεύμα», υπό μανδύα ultra εκσυγχρονιστικό και ευρωπαϊστικό, προοδευτικοφανές και αριστεροφανές. Καθώς, σε ένα κλίμα μετανεωτερικής σύγχυσης, συνέπιπταν σ’ αυτό ο νεοταξικός κοσμοπολιτισμός της παγκοσμιοποίησης με συστημικές εκδοχές «αριστερού ανανεωτισμού» και «μεταφυσικού διεθνισμού».

Πρόκειται για το περιώνυμο «εκσυγχρονιστικό τόξο» που, διαπερνώντας οριζοντίως την πολιτική ζωή, ξεκίναγε απ’ τους Μάνο – Ανδριανόπουλο και έφτανε ακόμα και σε «α-εθνικά» απογειωμένες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (με δυνάμεις αιχμής  στο σημιτικό κυρίως Πα.Σο.Κ  και στην «οργανική διανόηση» της Μεταπολίτευσης, αλλά και με «θύλακες» ιδεολογικής ηγεμονίας στην ευρύτερη εκτός Κ.Κ.Ε. Αριστερά, όπως και με προνομιακή, εννοείται, κάλυψη απ’ τους πυλώνες των συστημικών Μ.Μ.Ε.). Η γενικότερη και βαθύτερη ζημιά στον τόπο μας αυτού του «ρεύματος–τόξου», που ήταν κάτι σαν ανάποδη «εθνικοφροσύνη» της μεταπολιτευτικής περιόδου, με τη συστηματική αποεθνοποιητική του αποδόμηση και την ιδιότυπη ιδεολογική του τρομοκρατία (καθώς ενοχοποιούσε παν τι το εθνικό και ελληνικό ως…ύποπτο εθνικισμού και ελληνοκεντρισμού!), είναι πολύ μεγάλη. Κι η Αριστερά, δυστυχώς, παγιδευμένη στην ιστορικότητα της κρίσης της και καθηλωμένη στις ιδεολογικές της ανεπάρκειες, όχι μόνο δεν χάραξε στρατηγική αντίστασης στη νεοταξική (παγκοσμιοποιητική) εθνο/πολιτιστική ισοπέδωση, αλλά έχει και το μερτικό της σ’ αυτή τη ζημιά. Με τους προειρημένους «θύλακες» να μην αντιλαμβάνονται ούτε και μετά τη χρεοκοπία της Μεταπολίτευσης πως η συγκρότηση πανεθνικού μετώπου, για να βγει ο τόπος απ’ το τροϊκανό χαντάκι, προϋποθέτει την (επικαιροποιημένη) ανατροφοδότηση του «εαμικού πατριωτισμού» και των εναρμονισμένων αξιών που τον συνθέτουν, χάρη μάλιστα στις οποίες το «εθνικό» και το «διεθνικό» συναποτελούν διαλεκτική ενότητα (με το «εθνικό» να είναι αυτονοήτως η αφετηρία!).

 

Δ΄. Με πλήρη επίγνωση πως οι εξηγητικές πτυχές της αποστασιοποίησης της μεταπολιτευτικής Αριστεράς απ’ τον εαμικό πατριωτισμό δεν είναι μόνο δύο και πως οι βασικές δύο, στις οποίες «προϊδεαστικά» αναφέρθηκα, χρειάζονται εκτενέστερη, βαθύτερη και ουσιαστικότερη προσέγγιση, θα ολοκληρώσω το μικρό μου σημείωμα: α) Με την επισήμανση του Μανώλη Γλέζου, ιδιαιτέρως εύγλωττη λόγω της συνύφανσης έθνους, εθνικής ιστορίας και εθνικής ταυτότητας, στο μνημειώδες έργο του: Εθνική Αντίσταση 1940-45, εκδ. Στοχαστής, όπου και η πληρέστερη αποτύπωση του εαμικού πατριωτικού μεγαλείου: «Τα έθνη όλα έχουν ιστορία. Κάθε λαός έχει τη δική του ιστορία…Έθνη χωρίς μνήμη δεν υπάρχουν. Έθνη χωρίς ιστορία είναι ανύπαρκτα. Αλλά η εθνική ιστορία, η συλλογική μνήμη ενός έθνους, παρά τις αλληλεπιδράσεις, είναι ξεχωριστή για κάθε εθνική ολότητα. Η μνήμη επίσης ενός έθνους πρέπει να είναι καταγεγραμμένη…, γιατί αποτελεί ανεκτίμητη εθνική κληρονομιά. Τα πιστοποιητικά ύπαρξης του έθνους. Τα στοιχεία της ταυτότητάς του» και β) Με μια διδακτική παρακαταθήκη, που έρχεται μέσα απ’ τη σοφία του Γληνού στο Τι είναι και τι θέλει το Ε.Α.Μ. κι απ’ τον μοναδικού  πατριωτικού οίστρου «ιστορικό λόγο» του Άρη στη Λαμία, κρίσιμα οδηγητική στους ομιχλώδεις τροϊκανούς καιρούς μας: όταν τα προβλήματα είναι εθνικά και οι λύσεις είναι εθνικές!



πίσω στα περιεχόμενα: