τετράδια

ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

Ετικέτες: ,


Η μεγάλη αμερικάνικη μηχανή παραγωγής φουσκών


Το πρώτο που πρέπει να γίνει γνωστό για την Γκόλντμαν Σας (ΓΣ) είναι ότι την βρίσκεις παντού. Η πιο ισχυρή επενδυτική τράπεζα παγκοσμίως, είναι ένα γιγάντιο καλαμάρι- βρικόλακας περιτυλιγμένο γύρω από το πλανήτη, παρασιτώντας  ακατάπαυστα σε οποιαδήποτε χρηματική συναλλαγή. Πράγματι η ιστορία της πρόσφατης χρηματιστικής κρίσης, η οποία μεταστρέφεται σε ιστορία της γρήγορης παρακμής και πτώσης της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας, μπορεί άνετα να διαβαστεί  σαν ένα ‘who is who’ ανθρώπων  της ΓΣ.

Μέχρι σήμερα οι πιο πολύ γνωρίζουμε τους βασικούς πρωταγωνιστές: τον τελευταίο Υπουργό των Οικονομικών του Μπους και προηγουμένως πρόεδρο της ΓΣ  Χένρι Πόλσον, ο οποίος ήταν και ο αρχιτέκτονας του σχεδίου διάσωσης από την πιστωτική ασφυξία, ενός σχεδίου που εξυπηρετούσε ύποπτους σκοπούς αυτοπροστασίας των τραπεζών και που έσπρωχνε τρισεκατομμύρια  δολάρια σε μια χούφτα παλιόφιλων του στην Γουόλ Στριτ.  Τον Ρόμπερτ Ρούμπιν, υπουργό οικονομικών επί Κλίντον που εργάστηκε για 26 χρόνια στην ΓΣ, πριν γίνει πρόεδρος στην Σίτιγκρουπ- η οποία με την σειρά της πήρε από τον Πόλσον ένα ποσό 300 δισεκ.. δολαρίων από χρήματα των φορολογουμένων για να διασωθεί. Είναι ακόμα ο Τζών Τέιν, το ‘νούμερο’ της Μέριλ Λίντς που αγόρασε μια άχρηστη επιφάνεια 87.000 δολαρίων για το γραφείο του στην εταιρία, την στιγμή που αυτή βούλιαζε. Ο Τέιν, ένα πρώην στέλεχος της ΓΣ, ευτύχησε να τύχει μιας διάσωσης αξίας πολλών δις. από τον Πόλσον, ο οποίος χρησιμοποίησε λεφτά των φορολογούμενων για να βοηθήσει την Μπανκ οφ Αμέρικα να εξαγοράσει την εταιρία του Τέιν. Και ακόμα γνωρίζουμε τον Ρόμπερτ Στήλ, τον προηγούμενο επικεφαλής της Βασόβια, παλιό στέλεχος και αυτό της ΓΣ, ο οποίος εξασφάλισε για τον εαυτό του και την κλίκα του 225 εκ. δολάρια καθώς η τράπεζα του αυτοκαταστρέφονταν. Αλλά και τον Ιωσία Μπόλντεν, τον επιτελάρχης του Μπους κατά την διάρκεια της διάσωσης  και τον Μαρκ Πάτερσον, τον νυν επιτελάρχη του Υπουργείου Οικονομικών, λομπίστα της ΓΣ μέχρι μόλις πέρσι και τον Εντ Λίντυ,, προηγούμενο διευθυντή της ΓΣ τον οποίο ο Πόλσον έθεσε επικεφαλής της διάσωσης του ασφαλιστικού γίγαντα  AIG  που έδωσε 13 δισεκ. $. στην ΓΣ, μετά την άφιξη του Λίντυ. Για να μην αναφερθούμε στους επικεφαλής της Καναδικής και της Ιταλικής Κεντρικής Τράπεζας, επίσης παλαιούς Γκολντμανανθρώπους, όπως είναι άλλωστε και ο επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο επικεφαλής του Χρηματιστηρίου Αξιών της Νέας Υόρκης, οι δύο τελευταίοι επικεφαλής  της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης, οι οποίοι όλως τυχαίως είναι τώρα εποπτεύοντες της ΓΣ και να μην παραλείψουμε να αναφερθούμε στους…

Είναι επομένως μάταιο να προσπαθεί κανείς να κατασκευάσει μια λίστα με όλους τους ανθρώπους της Γκόλντμαν σε θέσεις επιρροής, είναι σαν να θέλεις να κατασκευάσεις μια λίστα  που να περιέχει τα πάντα… Αυτό που χρειάζεται να γνωρίζουμε είναι η ευρεία εικόνα: εάν η Αμερική απομυζάται , η ΓΣ  βρήκε τρόπο να είναι ο αγωγός απομύζησης – ένα εξαιρετικά αξιοθρήνητο παραθυράκι στο σύστημα του Δυτικού Δημοκρατικού Καπιταλισμού, ο οποίος απέτυχε να προβλέψει ότι σε μια κοινωνία που κυβερνάται παθητικά από ελεύθερες αγορές και ελεύθερες εκλογές, η οργανωμένη απληστία νικάει πάντοτε την ανοργάνωτη Δημοκρατία.

Η χωρίς προηγούμενο ισχύς και εύρος αυτής της τράπεζας την κατέστησε ικανή να μετατρέψει όλη την Αμερική σε ένα γιγάντιο χώρο αφαίμαξης και εξάντλησης, ‘μανιπουλάροντας’ για πολλά χρόνια ολόκληρους οικονομικούς τομείς, μεταφέροντας την μπαρμπουτιέρα εδώ ή εκεί, καθώς αυτή η ή άλλη αγορά καταστρέφεται, παραμένοντας η ίδια πάντοτε καλοταϊσμένη  με έξοδα οικογενειών που πετιούνται στους πέντε δρόμους από τις ψιλές τιμές στο πετρέλαιο, τα αυξημένα επιτόκια στα καταναλωτικά δάνεια, τα μισοφαγωμένα κεφάλαια των συντάξεων, τις μαζικές προσωρινές απολύσεις, τους μελλοντικούς πρόσθετους φόρους από τις διασώσεις. Όλο το χρήμα που χάνουμε πάει κάπου αλλού και κυριολεκτικά και μεταφορικά είναι  η ΓΣ εκεί που πάει: αυτή η τράπεζα είναι μια εξαιρετικά επιτηδευμένη μηχανή μετατροπής του ωφέλιμου κοινωνικού πλούτου, στο πιο άχρηστο και ανεξήγητο πράγμα στην γη: καθαρά κέρδη για πλούσιους ιδιώτες.

Αυτό το πετυχαίνουν χρησιμοποιώντας το ίδιο κόλπο ξανά και ξανά. Είναι σχετικά απλό : η ΓΣ τοποθετείται στο κέντρο μιας κερδοσκοπικής φούσκας, πουλώντας χαρτιά που γνωρίζει ότι είναι  σκουπίδια. Μετά ρουφάει τεράστια ποσά από τα μέσα και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, με την βοήθεια ενός παράλυτου και διεφθαρμένου κράτους που της επιτρέπει να ξαναγράφει τους κανόνες του παιχνιδιού, έναντι των –εν σχέσει με τα πραγματοποιούμενα κέρδη-πενταροδεκάρων που η τράπεζα του επιστρέφει μέσω των κομματικών ενισχύσεων. Τελικά όταν επέρχεται το ξεφούσκωμα, αφήνοντας εκατομμύρια πολίτες πεινασμένους και αδέκαρους, ξαναρχίζει από την αρχή προσφερόμενη να μας διασώσει δανείζοντας μας τα δικά μας χρήματα με τόκο, αυτοδιαφημιζόμενη ως υπεράνω απληστίας, ως απλά έτοιμη να κρατά τους τροχούς του συστήματος καλολαδωμένους. Κάνει το  ίδιο κόλπο από την δεκαετία του 20 και τώρα ετοιμάζεται να το ξανακάνει, δημιουργώντας την μεγαλύτερη και ‘θρασύτερη’ φούσκα που εμφανίστηκε ως τα σήμερα.

Αν θέλουμε να καταλάβουμε πως μπλεχτήκαμε στην παρούσα χρηματιστηριακή κρίση, πρέπει κατ΄ αρχάς να καταλάβουμε που πήγαν όλα αυτά τα χρήματα, και για να το κατανοήσουμε αυτό πρέπει πριν από όλα να δούμε πως η ΓΣ την σκαπουλάρησε χωρίς συνέπειες. Είναι μια μεγάλη ιστορία, ακριβώς η ιστορία πέντε φουσκών, αν συμπεριλάβουμε και την  περσινή παράξενη και φαινομενικά ανεξήγητη άνοδο της τιμής του πετρελαίου. Υπήρξαν πολλοί χαμένοι στο ξεφούσκωμα κάθε μιας από αυτές τις φούσκες· μην μπείτε στον κόπο να ψάξετε την ΓΣ ανάμεσα τους…

 

Φούσκα Νο 1. Η Μεγάλη Ύφεση

Η ΓΣ δεν ήταν πάντα ένα μεγαθήριο πολύ μεγάλο για να αφεθεί να χρεοκοπήσει, η αδυσώπητη  απεικόνιση ενός ‘σκότωσε ή σε σκοτώνουν’ καπιταλισμού, απλά ήταν… σχεδόν πάντα. Η τράπεζα ιδρύθηκε το 1869 από ένα Γερμανό μετανάστη ονόματι  Μάρκους Γκόλντμαν και την επεξέτεινε μαζί με τον γαμπρό του Σαμουήλ Σας[1]

Κατά την διάρκεια των εκατό πρώτων χρόνων λειτουργίας της υπάρχει μόνο ένα επεισόδιο που πρέπει να κοιταχθεί προσεκτικά, υπό το πρίσμα των πιο πρόσφατων γεγονότων. Το καταστροφικό πλιάτσικο της ΓΣ στην κερδοσκοπική μανία που προηγήθηκε του κράχ της Γουόλ Στριτ το 1929. Αυτό το μεγαλειώδες Χίντενμπουργκ[2] της χρηματιστικής ιστορίας, έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που θα μας φανούν οικεία σήμερα. Τα χρόνια εκείνα, το κύριο χρηματιστικό εργαλείο σε χρήση για την εξαπάτηση των επενδυτών ονομάζονταν ‘επενδυτικό κεφάλαιο’ ή επενδυτική εταιρία. Παραπλήσιο με τα σύγχρονα αμοιβαία κεφάλαια, το κεφάλαιο έπαιρνε μετρητά από επενδυτές μικρούς και μεγάλους και (τουλάχιστον θεωρητικά) τα επένδυε σε μια ποικιλία χρεογράφων της Γουόλ Στριτ, αν και τα ίδια τα χρεόγραφα και τα ποσά που επενδύονταν, συχνά δεν γίνονταν δημοσίως γνωστά. Έτσι ένας μέσος πολίτης μπορούσε να επενδύσει 10 ή 100 δολάρια σε ένα κεφάλαιο και παράλληλα να αισθάνεται σαν ένας σημαντικός παίκτης.  Όπως εν πολλοίς και στα 1990 , όταν νέα ‘οχήματα’, όπως το day trading[3] και οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, προσέλκυσαν ομάδες από καινούργια κοροΐδα, ψώνια που  θέλανε να αισθάνονται σημαίνοντα πρόσωπα, τα επενδυτικά κεφάλαια παρέσυραν μια νέα γενιά καθημερινών ανθρώπων στο κερδοσκοπικό παιχνίδι.

Ξεκινώντας ένα κόλπο το οποίο θα επαναλάμβανε  ξανά και ξανά, η ΓΣ αναμείχθηκε καθυστερημένα στο παιχνίδι των επενδυτικών κεφαλαίων  και αμέσως συμμετείχε σ’ αυτό μ’ όλη την δύναμη της και με απληστία γουρουνιού. Η πρώτη προσπάθεια της πήρε την μορφή της  ‘ΓΣ Εταιρίας Συναλλαγών’. Η τράπεζα εξέδωσε 1.000.000 μετοχές στην τιμή των 100 $ την μία, αγόρασε όλες τις μετοχές με τα δικά της χρήματα και μετά πούλησε το 90% απ’ αυτές στο κοινό προς 104 $ την μια. Στην συνέχεια η εταιρία ξαναγόραζε τις μετοχές, ωθώντας διαρκώς την τιμή τους προς τα πάνω. Τελικά ξεφορτώθηκε μέρος  του υπό τον έλεγχο της μετοχικού κεφαλαίου και χρηματοδότησε ένα νέο επενδυτικό κεφάλαιο την εταιρία Σύναντοχ και εξέδωσε εκατομμύρια επιπλέον μετοχών, ενώ  στην συνέχεια η Σύναντοχ χρηματοδότησε ένα άλλο κεφάλαιο που ονομάστηκε Μπλου Ριντζ. Κατ΄ αυτό τον τρόπο το κάθε κεφάλαιο χρησίμευε ως βιτρίνα σε μια ατέλειωτη επενδυτική πυραμίδα: η Γκόλντμαν κρύβονταν πίσω από την Γκόλντμαν που κρύβονταν πίσω από την Γκόλντμαν κοκ. Από τις 7.250.0000 αρχικές μετοχές της Μπλου Ριντζ η Σύναντοχ κατήχε τις 6.250.000, η οποία βεβαίως ήταν κυρίως ιδιοκτησίας της ΓΣ Εταιρίας Συναλλαγών[4].

Το αποτέλεσμα ήταν (αναρωτηθείτε αν σας ακούγεται οικείο) μια χαριτωμένη αλυσίδα δανεικών χρημάτων εξαιρετικά ευαίσθητη σε οποιαδήποτε πτώση της απόδοσης σε οποιοδήποτε σημείο.  Η βασική ιδέα δεν είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή. Με ένα αρχικό δολάριο δανείζεσαι 9 έναντι. Με το κεφάλαιο αυτό των 10$, δανείζεσαι 90$. Μετά με ατού το νέο σύνολο των 100$ προχωράς και στο βαθμό που το κοινό εξακολουθεί να σε δανείζει επενδύεις 900$. Εάν ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα αρχίζει να χάνει αξία, δεν έχεις τα χρήματα να αποζημιώσεις τους επενδυτές σου και όλοι καταστρέφονται.

Σε ένα κεφάλαιο από το βιβλίο του ‘Το μεγάλο Κραχ του 1929’ [5] που ονομάζεται ‘Την ΓΣ εμπιστευόμαστε’[6],  ο  διάσημος οικονομολόγος Τζόν Κένεθ Γκαλμπραίηθ, αναφέρει την Σύναντοχ και την Μπλου Ριντζ σαν κλασσικά παραδείγματα μη υγειών επενδύσεων στηριγμένων στην μόχλευση[7] .Τα επενδυτικά κεφάλαια έγραφε, ήταν μια βασική αιτία της κατάρρευσης του 1929.  Σε σημερινά δολάρια  οι ζημιές που υπέστη η τράπεζα ήταν της τάξης των 475 δις. δολαρίων. «Είναι δύσκολο να μην μένει κανείς εκστατικός  από την φαντασία αυτού που έστησε αυτή την κολοσσιαία παραφροσύνη’’, παρατηρεί ο Γκαλμπραίηθ. ‘Αν πρέπει να υπάρχει τρέλα, κάτι θα μπορούσε να ειπωθεί για την τρέλα ηρωικών διαστάσεων’[8].

 

Φούσκα Νο 2. Μετοχές Υψηλής Τεχνολογίας

Ας διατρέξουμε εν τάχει 65 χρόνια. Η ΓΣ όχι μόνο επέζησε της καταστροφής που εξαφάνισε τόσους και τόσους επενδυτές που εξαπάτησε, αλλά έγινε και ο κύριος χρηματιστής των ισχυρότερων και πλουσιότερων εταιριών της χώρας. Χάρις στον Σίντνεϊ Γουάινμπεργκ, ο οποίος ανήλθε από την θέση του βοηθού θυρωρού στην θέση του επικεφαλής, η ΓΣ  έγινε η πρωτοπόρος των δημοσίων προσφορών, που με την σειρά τους αποτελούν ένα από τους βασικούς και πιο κερδοφόρους τρόπους με τους οποίους οι εταιρίες κερδίζουν χρήματα. Κατά το 70 και το 80,η ΓΣ μπορεί να μην ήταν το ‘με τεράστια πολιτική επιρροή άστρο του θανάτου που καταπίνει την γη μας’ που έγινε σήμερα, αλλά ήταν μια πρώτης διαλογής εταιρία με φήμη ότι προσέλκυε τα καλύτερα μυαλά της Γουόλ Στριτ.

Παραδόξως είχε και μια φήμη για σχετικά ηθική συμπεριφορά και μια υπομονετική επενδυτική προσέγγιση που απέφευγε τις υπερβολές[9]. Τα στελέχη της εκπαιδεύονταν να υιοθετούν το μότο της εταιρίας για ‘απληστία μακρού ορίζοντα ’. Ένας πρώην τραπεζιτικός της που έφυγε από της ΓΣ στις αρχές του 90, θυμάται ότι έβλεπε τους ανώτερους του να παραιτούνται από μια πολύ επικερδή συμφωνία στην βάση ότι μακροχρονίως θα είναι ζημιογόνα. ‘Επιστρέψαμε χρήματα σε μεγάλους  εταιρικούς πελάτες μας οι οποίοι δεν ήταν σωστοί στις συμφωνίες τους μαζί μας’ λέει. ‘Κάθε τι που κάναμε ήταν νόμιμο και δίκαιο, ενώ η ‘μακρού ορίζοντα απληστία’ μας υπαγόρευε να μην κερδοσκοπούμε εις βάρος των πελατών, κάτι που θα κατάστρεφε και την αγορά’.

Αλλά μετά κάτι συνέβη . Είναι δύσκολο να πει κανείς τι ακριβώς. Μπορεί να ήταν ότι ο συν-πρόεδρος της  ΓΣ στις αρχές του 90, ο Ρόμπερτ  Ρούμπιν ακολούθησε τον Μπιλ Κλίντον στον Λευκό Οίκο, από όπου διεύθυνε την Εθνική Οικονομική Επιτροπή και στην συνέχεια έγινε Υπουργός Οικονομικών[10]. Ενώ τα Αμερικανικά ΜΜΕ ‘ερωτοτροπούσαν’με την ιστορία ενός ζευγαριού μπέϊμπι μπούμερς, παιδιών του 60, γιάπιδων οπαδών των Φλίτγουντ Μάκ φωλιασμένων στον Λευκό Οίκο, ταυτόχρονα πλασάριζαν τον Ρούμπιν ως τον εξυπνότερο άνθρωπο που περπάτησε πάνω στην γη, με τον Νεύτωνα τον Αϊνστάιν τον Μότσαρτ και τον Καντ να ακολουθούν από μακριά.

Ο Ρούμπιν ήταν το πρότυπό του ΓΣ τραπεζίτη. Θα πρέπει στα σίγουρα να γεννήθηκε φορώντας ένα κοστούμι αξίας 4.000 $. Φαίνεται  διαρκώς έτοιμος να απολογηθεί γιατί είναι τόσο πιο έξυπνος από εσένα, ενώ ταυτόχρονα διαχέει στο περιβάλλον του μια τύπου Σποκ[11] συναισθηματική ουδετερότητα. Το μόνο ανθρώπινο συναίσθημα που θα μπορούσε να  νοιώσει είναι ο εφιάλτης αν κάποιος τον υποχρέωνε να ταξιδέψει στην τουριστική θέση…Έγινε σχεδόν ένα εθνικό κλισέ πως οτιδήποτε σκεφτόταν ο Ρούμπιν ήταν το καλύτερο γα την οικονομία- ένα φαινόμενο που έφτασε στην αποκορύφωση του στα 1999, όταν ο Ρούμπιν εμφανίσθηκε στο εξώφυλλο του Τάιμ μαζί με τον υφυπουργό του Λάρι Σάμμερς και τον Ομοσπονδιακό τραπεζίτη Άλαν Γκρίσπαν υπό την το τίτλο ‘Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΥ ΘΑ ΣΩΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ’ Και αυτό που ο Ρούμπιν σκεφτόταν κυρίως, ήταν ότι η Αμερικανική Οικονομία και ιδιαίτερα  οι χρηματαγορές της ήταν υπερ-ρυθμισμένες και έπρεπε να απελευθερωθούν.

Κατά την διάρκεια της υπηρεσίας του ως υπουργού οικονομικών, ο Λευκός Οίκος του Κλίντον πραγματοποίησε μια σειρά κινήσεων με δραστικές συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία- αρχίζοντας από την πλήρη και τέλεια αποτυχία του Ρούμπιν να ελέγξει την παλιά του εταιρία κατά την διάρκεια του πρώτου τρελού ξεπετάγματος της για ανέντιμα βραχυχρόνια κέρδη.

Το βασικό κόλπο για εξαπάτηση μέσω απόσπασης της εμπιστοσύνης κάποιου την εποχή του διαδικτύου, είναι πολύ εύκολο να το καταλάβει κάποιος ακόμα και αν είναι άσχετος με τα χρηματιστικά κόλπα. Εταιρίες που δεν ήταν πολύ παραπάνω από κακοσχεδιασμένες σε χαρτοπετσέτες κελύφη-ιδέες, προσφέρονταν στο κοινό μέσω αρχικών δημοσίων προσφορών, παραφουσκωμένες από τα ΜΜΕ και πουλιόνταν έναντι πολλών εκατομμυρίων. Ήταν σαν τράπεζες όπως η Γκόλντμαν να τύλιγαν κορδέλες γύρω από καρπούζια και να τα εκτόξευαν με πάταγο προς τον ουρανό από την ταράτσα ενός ουρανοξύστη 50 ορόφων, ενώ παράλληλα περίμεναν στις τηλεφωνικές γραμμές τους για προσφορές. Σ΄ αυτό το παιχνίδι μπορούσες να κερδίσεις μόνο αν απέσυρες  τα χρήματα σου πριν το καρπούζι σκάσει στο έδαφος.

Σήμερα ακούγεται σαν κοινοτοπία, αλλά εκείνο που ο μέσος επενδυτής δεν ήξερε τότε ήταν ότι, οι τράπεζες είχαν μεταβάλλει τους κανόνες του παιχνιδιού, κάνοντας την συναλλαγή να μοιάζει καλύτερη απ’ ότι ήταν. Αυτό το πέτυχαν εγκαθιδρύοντας στην πραγματικότητα ένα διφυές επενδυτικό σύστημα, ένα για τους μυημένους οι οποίοι γνώριζαν τα πραγματικά στοιχεία και ένα για τους ερασιτέχνες που προσκαλούνταν να κυνηγάνε τιμές που είχαν φτάσει μέχρι τον ουρανό και που οι ίδιες οι τράπεζες γνώριζαν ότι ήταν παράλογες. Ενώ η βασική ιδέα της ΓΣ ήταν να εκμεταλλεύεται τις μεταβολές στο  ελεγκτικό  περιβάλλον της, η βασική καινοτομία της στα χρόνια του διαδικτύου ήταν να εγκαταλείψει τα ίδια τα ποιοτικά κριτήρια ελέγχου του κλάδου της.

‘Από την εποχή της μεγάλης κρίσης του 1929, υπήρχαν σαφείς εγγυοδοτικές οδηγίες τις οποίες ακολουθούσε η Γουόλ Στριτ όταν οδηγούσε μια επιχείρηση σε δημόσια προσφορά’, λέει ένας  διακεκριμένος διευθύνων ενός χέντζ φάντ. ‘Η  προς εισαγωγή εταιρία έπρεπε να είναι ενεργοποιημένη για τουλάχιστον πέντε χρόνια  και έπρεπε να δείχνει κερδοφορία για τρία διαδοχικά έτη. Αλλά η Γουόλ Στριτ πήρε αυτές τις οδηγίες και τις πέταξε στο καλάθι των αχρήστων’. Η Γκόλντμαν ολοκλήρωσε την ευγενή απασχόληση φουσκώνοντας τις πλασματικές μετοχές. ‘Οι αναλυτές τους βγαίνανε και φωνάζανε ότι η εταιρία Σκατόσκυλα . com   αξίζει 100 $ η  μετοχή’. Το πρόβλημα ήταν ότι κανένας δεν είπε στους επενδυτές πως οι κανόνες είχαν αλλάξει. ‘Όλοι οι μυημένοι γνώριζαν’ λέει ο διευθύνων. ‘ Ο Μπόμπ Ρούμπιν γνώριζε απολύτως καλά ποια ήταν τα κριτήρια. Δεν είχαν αλλάξει από το 30’.

Ο Τζέι Ρίτερ, καθηγητής χρηματοοικονομικών στο πανεπιστήμιο της Φλόριδας που ειδικεύεται στις αρχικές δημόσιες προσφορές, λέει ότι οι τράπεζες σαν την Γκόλντμαν γνώριζαν απολύτως καλά ότι, πολλές από τις δημόσιες προσφορές δεν επρόκειτο να αποδώσουν ούτε μια δεκάρα τσακιστή.  ‘Στις αρχές του 80 οι βασικοί κανόνες επέμεναν σε τρία χρόνια κερδοφορίας. Μετά έγιναν ένας χρόνος και μετά ένα τετράμηνο. Κατά τα χρόνια της φούσκας του διαδικτύου[12], δεν απαιτούνταν κερδοφορία ούτε για το προβλεπτό μέλλον’.

Η  Γκόλντμαν αρνήθηκε ότι μετέβαλε τα κριτήρια ασφαλείας της κατά τα χρόνια της φούσκας του διαδικτύου, αλλά οι δικές της στατιστικές διαψεύδουν την αξίωση της. Όπως ακριβώς έκανε και με τα επενδυτικά κεφάλαια του 1920, άρχισε με ελαφρό τζόκινγκ και τελείωσε με ξέφρενο καλπασμό. Αφού εισήγαγε  μια ελάχιστα γνωστή εταιρία με αδύναμα οικονομικά ονόματι Γιαχού στο χρηματιστήριο το 1996, ενώ το μπουμ της νέας τεχνολογίας είχε ήδη αρχίσει, η Γκόλντμαν έγινε ο βασιλιάς των δημοσίων προσφορών στην εποχή του διαδικτύου. Από τις 24 εταιρίες που μπήκαν στο χρηματιστήριο το 1997 το ένα τρίτο έχανε χρήματα κατά τον χρόνο της δημόσιας εισαγωγής. Στα 1999, κατά την αιχμή του μπουμ, η ΓΣ εισήγαγε 47 εταιρίες, συμπεριλαμβανομένων θνησιγενών όπως η Γουέμπβαν και η Ητοϊς, επενδυτικές προσφορές που ήταν από πολλές πλευρές τα μοντέρνα ισοδύναμα της Μπλού Ριτζ και της Σύναντοχ. Τον επόμενο χρόνο, πρόσθεσε άλλες 18 εταιρίες στο πρώτο τετράμηνο, εκ των οποίων οι 14 εξ αυτών είχαν ζημιές κατ΄ εκείνη την περίοδο. Ως ένας από τους ηγέτες της διαδικασίας εισαγωγής κατά τη περίοδο του μπουμ, έκανε κέρδη πολύ πιο αξιόλογα από τους ανταγωνιστές της: κατά το 1999, η μέση εισαχθείσα εταιρία από την  ΓΣ αύξησε κατά 281% την τιμή εισαγωγής της μετοχής της, ενώ η μέση αύξηση στην Γουόλ Στριτ ήταν 181%.

Πως τα κατάφερε να έχει τέτοια αποτελέσματα; Μια απάντηση είναι ότι χρησιμοποίησε μια τεχνική γνωστή ως ‘laddering’ (βαθμιδωτά), κάτι που είναι απλά ένας γοητευτικός τρόπος να πει κανείς ότι ‘μαγείρευαν’ τις τιμές των μετοχών των νέων εταιριών. Ας δούμε πως δούλευε: Ας πούμε πως είστε η Γκόλτνμαν και η εταιρία Σκατόσκυλα .com  έρχεται και ζητά να την εισαγάγεις στο χρηματιστήριο. Συμφωνείς στα συνήθη: θα τιμολογήσεις την μετοχή της, θα καθορίσεις πόσο μετοχές θα κυκλοφορήσουν και θα διαφημίσεις την Σκατόσκυλα.com   για να την πλασάρεις στους επενδυτές, με αντάλλαγμα παχυλές αμοιβές (συνήθως το 6-7% του ποσού που θα αντληθεί). Μετά υπόσχεσαι στους καλύτερους πελάτες σου το δικαίωμα να αγοράσουν μεγάλα κομμάτια από την δημόσια προσφορά με την χαμηλή τιμή εισαγωγής, ας πούμε ότι η μετοχή της Σκατόσκυλα αρχίζει στα 15 $- με αντάλλαγμα την υπόσχεση ότι θα αγοράσουν περισσότερες μετοχές μετά την αρχική περίοδο.

Αυτή η φαινομενικά απλή απαίτηση σου δίνει κρυφή  επιπρόσθετη γνώση για την μελλοντική τιμή της μετοχής, γνώση η οποία δεν αποκαλύφθηκε στα καθημερινά κοροΐδα[13], τους  αγοραπωλητές του  χρηματιστηρίου, οι οποίοι πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνο με την έκθεση της δημόσιας προσφοράς. Εσύ  γνωρίζεις ότι ορισμένοι από τους πελάτες σου που αγόρασαν  ένα χ ποσόν μετοχών με 15 $ το κομμάτι, πρόκειται να αγοράσουν επιπλέον μετοχές στα 20 ή 25 $, διασφαλίζοντας περίπου ότι η τιμή θα πάει στα 25 $ ή και παραπάνω. Με αυτόν τον τρόπο η ΓΣ μπορεί τεχνητά να ανεβάσει την τιμή της μετοχής της νέας εταιρίας, προς όφελός της- μια 6% αμοιβή σε μια 500 εκ. $  δημόσια εισαγωγή εταιρίας είναι ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσόν.

Η  Γκόλνμαν έχει κατ΄ επανάληψη εναχθεί από κατόχους μετοχών για την χρήση του laddering, σε μια σειρά εισαγωγών ιντερνετικών μετοχών, όπως η Γουέμπβαν και η Νετζήρο. Οι παραπλανητικές τακτικές της τράβηξαν επίσης την προσοχή του Νίκολας  Μάγιερ  συμβούλου διοίκησης του χέντζ φάντ  ‘Κράμερ και Σια’ που το διοικούσε ο τώρα διάσημος φλύαρος τηλεοπτικός αστήρ Τζιμ Κράμερ, άλλος ένας Γκολντμανάνθρωπος κι αυτός. Ο Μέγιερ κατέθεσε στην επιτροπή για την διασφάλιση των συναλλαγών ότι ενώ δούλευε για τον Κράμερ μεταξύ 1996 και 1998, είχε εξαναγκασθεί διαδοχικά να εμπλακεί με την πρακτική του laddering κατά την εισαγωγή εταιριών στο χρηματιστήριο με την Γκόλντμαν.

‘Απ’ ότι περιέπεσε στην αντίληψη μου, ήταν οι περισσότερο αδικοπραγούντες’ είπε ο Μέγιερ. ‘Φουσκώσανε τη φούσκα με όλες τις δυνάμεις τους. Και είναι ακριβώς αυτού του τύπου η συμπεριφορά που προξένησε το κραχ. Έχτιζαν το οικοδόμημα πάνω σε παράνομα  θεμέλια, το ‘μαγείρευαν’ και τελικά, ήταν ο μικρός ανθρωπάκος που το φορτώνονταν.’ Το 2005 η ΓΣ συμφώνησε να πληρώσει 40 εκ. $ για τις παραβιάσεις του νόμου μέσω laddering μια ποινή καλαμπούρι- σε σχέση με τα τεράστια κέρδη που έκανε. (Η Γκόλντμαν, η οποία αρνήθηκε ότι ενήργησε  παρανόμως σε όλες τις περιπτώσεις που διευθέτησε, αρνήθηκε και να απαντήσει σε ερωτήσεις για αυτό το θέμα).

Άλλη μια πρακτική που χρησιμοποίησε η ΓΣ κατά το διαδικτιακό μπουμ ονομάζονταν ‘spinning’, ή καλύτερα δωροδοκία. Εδώ η επενδυτική τράπεζα προσέφερε στα στελέχη των προς εισαγωγή εταιριών μετοχές σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, σε αντάλλαγμα για μελλοντικές δουλειές  που θα τις έδιναν αυτοί. Οι τράπεζες που εμπλέκονταν στο spinning, στην συνέχεια θα υποτιμολογούσαν την αρχική τιμή προσφοράς, διασφαλίζοντας ότι οι νεοεισερχόμενες μετοχές που είχαν δώσει στα στελέχη που ήταν στο κόλπο, ήταν εξαιρετικά πιθανό να αυξήσουν τις τιμές τους γρήγορα, προσφέροντας  μεγαλύτερες αποδόσεις από την πρώτη ημέρα στους εκλεκτούς. Έτσι αντί η Σκατόσκυλα.com να ανοίγει στα 20 $, η ΓΣ θα πλησίαζε τα διευθύνοντα στελέχη της Σκατόσκυλα και θα τους πρόσφερε 1 εκ. μετοχές της δικής τους εταιρίας αντί 18 $ σε αντάλλαγμα μελλοντικών συναλλαγών, γδύνοντας ουσιαστικά όλους τους νέους μετόχους της Σκατόσκυλα, εκτρέποντας χρήματα που θα είχαν φυσιολογικά καταλήξει στα ταμεία της εταιρίας προς τους ιδιωτικούς λογαριασμούς των στελεχών της.

Σε μια περίπτωση, η ΓΣ φέρεται ότι έκανε μια πολλών εκατομμυρίων ειδική προσφορά στην διευθύνοντα της Ημπεϊ Μεγκ Γουίτμαν[14], η οποία αργότερα συμμετείχε στο συμβούλιο της Γκόλντμαν, σε αντάλλαγμα για μελλοντικές υπηρεσίες ηλεκτρονικής τραπεζιτικής. Σύμφωνα με μια αναφορά από την επιτροπή της Βουλής για τις χρηματιστηριακές υπηρεσίες του 2002, η ΓΣ έδωσε αυτές τις ειδικές προσφορές μετοχών σε στελέχη 21 εταιριών που εισήγαγε στο χρηματιστήριο, περιλαμβανομένων του συνιδρυτή του Γιαχού Τζέρυ Γιάνγκ και δύο από τους πιο δολερούς παλιανθρώπους   της εποχής των χρηματιστικών σκανδάλων-τον Ντένις Κοσλόβσκι της Τάικο και τον Κέν Λέι της Ένρον. Η Γκόλντμαν διέψευσε  με  θυμό την αναφορά ‘ ως μια σκανδαλώδη διαστρέβλωση των στοιχείων’ και αμέσως μετά πλήρωσε 110 εκ. $ για να διευθετήσει μια έρευνα για το spinning και άλλα μαγειρέματα που είχαν διεξάγει οι πολιτειακοί ρυθμιστές της Νέας Υόρκης. ‘ Το spinning δεν ήταν μια αβλαβής έκτακτη εταιρική απολαβή’, έλεγε  ό τότε γενικός εισαγγελέας Έλιοτ Σπίτζερ[15]. ‘Αντιθέτως ήταν ένα ακέραιο μέρος ενός δόλιου κόλπου για να προσελκύονται νέες δουλειές στην επενδυτική τραπεζική.’

Τέτοιες πρακτικές συνέβαλαν  ώστε να μετατρέψουν την φούσκα του διαδικτύου σε μια από τις μεγαλύτερες χρηματιστικές καταστροφές στην παγκόσμια ιστορία: Περίπου 5 τρισεκ. $ πλούτου εξαφανίστηκαν μόνο από τον ΝΑΣΤΑΓΚ. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν τα χρήματα που έχασαν οι μέτοχοι, ήταν τα ρωμαλέα μπόνους που κέρδισαν τα στελέχη των επενδυτικών τραπεζών για να ‘παραχαράξουν’ την αγορά. Αντί να μάθει η Γουόλ Στριτ  από τα χρόνια της φούσκας του διαδικτύου ότι οι φούσκες πάντα σκάζουν, έμαθε ότι στην εποχή του ελεύθερα κυκλοφορόντος και εισηγμένου στα χρηματιστήρια κεφαλαίου, οι φούσκες είναι εντελώς εύκολο να φουσκωθούν και τα ιδιωτικά μπόνους είναι στην πράξη πάντα τόσο μεγαλύτερα, όσο μεγαλύτερη είναι η μανία και ο παραλογισμός.

Η ΓΚΟΛΝΤΜΑΝ ΕΞΑΠΑΤΗΣΕ ΤΟΥΣ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ ΣΤΑ ΕΝΥΠΟΘΙΚΑ  ΔΑΝΕΙΑ ΠΟΝΤΑΡΟΝΤΑΣ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΗΣ  ΥΠΟΘΗΚΕΣ ‘ΜΠΟΥΡΔΕΣ’

Πουθενά δεν ήταν αυτό πιο αληθινό παρά με την ΓΣ. Μεταξύ 1999 και 2002, η εταιρία έδωσε για αμοιβές κάθε τύπου 28,5 δισεκ. $ στους εργαζόμενους της- κατά μέσο όρο 350.000 ετησίως ανά εργαζόμενο.[16] Αυτά τα νούμερα είναι σημαντικά γιατί η κύρια κληρονομιά της εποχής του διαδικτυακού μπουμ, ήταν ότι η οικονομία ωθείται κατά μέγα μέρος από τους κολοσσιαίους μισθούς και επιδόματα που αυτές οι φούσκες επιτρέπουν. Η παλιά αρχή της ‘απληστίας μακρού ορίζοντα’ της ΓΣ έσβησε, καθώς το παιχνίδι έγινε ‘πάρε το τσέκ προτού το καρπούζι σκάσει στο έδαφος’.

Η αγορά έπαψε να είναι ένας ορθολογικά διοικούμενος τόπος για να αναπτυχθούν πραγματικές κερδοφόρες δουλειές: έγινε ένα γιγάντιος ωκεανός ‘από χρήματα καποιανού άλλου’ επί του οποίου οι τραπεζίτες προσέπιπταν με κάθε διαθέσιμο τρόπο, προσπαθώντας να μετασχηματίζουν αυτά τα χρήματα σε μπόνους και επιδόματα κατά το δυνατόν ταχύτερα. Τι τους ένοιαζε αν μέσω laddering και spinning εισήγαγαν 50 ιντερνετικές εταιρίες σε ένα χρόνο στο χρηματιστήριο και έπειτα αυτές ‘ξόφλαγαν’; Κατά τον χρόνο που η επιτροπή ασφάλειας και συναλλαγών προχωρούσε σε επιβολή προστίμου 110 εκ. $ στην εταιρία σου, το γιoτ που είχες αγοράσει με τα μπόνους σου ήταν ήδη έξι χρονών. Επιπλέον, μάλλον θα ήσουν εκτός της Γκόλντμαν πλέον, υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ ή ίσως και κυβερνήτης της Νέας Υερσέης. (Μια από τις πιο κωμικές  στιγμές της πρόσφατης οικονομικής καταστροφής συνέβη όταν ο κυβερνήτης της Νέας Υερσέης Τζών Κορζάιν, διευθύνων στην Γκόλντμαν μεταξύ 1994 και 1999  που αποχώρησε με μια αμοιβή της τάξης των 320 εκ. $ από τις εισαγωγές των ιντερνετικών φουσκών στο χρηματιστήριο, επέμενε το 2002 ότι ‘ δεν έχω ούτε καν ακούσει τον όρο laddering’).

Για μια τράπεζα που πλήρωσε 11 δισεκ. $ σε αμοιβές σε ένα χρόνο το πρόστιμο των 110 εκ. $ που τις επιβλήθηκε μισή δεκαετία μετά, ήταν κάτι πολύ λιγότερο από εμπόδιο, ήταν ένα φτηνό καλαμπούρι.  Μόλις η ιντερνετική φούσκα έσκασε η ΓΣ δεν είχε λόγους να επαναξιολογήσει την νέα ‘κερδο-προωθούμενη’ στρατηγική της. Απλά έψαξε γύρω της για να φουσκώσει την επόμενη φούσκα. Όπως αποδείχθηκε είχε μια διαθέσιμη, σε μεγάλο βαθμό χάριν του Ρούμπιν.

 

Φούσκα Νο 3. Η Τρέλα των Στεγαστικών

Ο ρόλος της Γκόλντμαν στην σαρωτική καταστροφή που υπήρξε η φούσκα των κατοικιών, δεν είναι δύσκολο να ανιχνευθεί. Εδώ και πάλι το βασικό κόλπο ήταν μια πτώση της ποιότητας των κριτηρίων αξιολόγησης, αν και δεν αναφερόμαστε πια στις εισαγωγές στο χρηματιστήριο, αλλά στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια. Τώρα πια σχεδόν ο καθένας μας γνωρίζει ότι, επί δεκαετίες οι διακινούντες υποθήκες επέμεναν ώστε οι αγοραστές σπιτιών να μπορούν να πληρώνουν εκ των προτέρων ένα 10% της αξίας των, να μπορούν να δείχνουν ένα σταθερό εισόδημα και μια καλή πιστοληπτική αξιολόγηση και να …διαθέτουν ένα πραγματικό όνομα και επίθετο. Όμως εκεί κάπου στις αρχές της νέας χιλιετίας, πέταξαν όλα αυτά τα… περιττώματα στον κάλαθο των αχρήστων και άρχιζαν να μοιράζουν δάνεια κατοικιών γραμμένα στο πίσω μέρος της χαρτοπετσέτας, σε κουνελάκια του Πλέι Μπόι και σε αποφυλακισμένους με ένα πεντοδόλαρο στην τσέπη.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε γίνει εφικτό αν οι τράπεζες όπως η ΓΣ, δεν δημιουργούσαν ‘οχήματα’ για να πακετάρουν και να πουλήσουν μαζικά αυτά τα δάνεια σε ανυποψίαστες ασφαλιστικές εταιρίες και συνταξιοδοτικά ταμεία. Κατά τον τρόπο αυτό δημιούργησαν μια μαζική αγορά για τοξικό χρέος που ποτέ στο παρελθόν δεν είχε ξαναϋπάρξει. Στις παλιότερες μέρες καμιά τράπεζα δεν θα ήταν διατεθειμένη να κρατήσει το στεγαστικό δάνειο κάποιου πρεζάκια πρώην κατάδικου στα βιβλία της, γνωρίζοντας βέβαια πόσο πιθανό ήταν να μην μπορέσει να ξεπληρωθεί. Δεν μπορείς με άλλα λόγια να δίνεις τέτοια δάνεια, εκτός και αν μπορείς να τα πουλάς σε κάποιον άλλο που δεν γνωρίζει περί τίνος πρόκειται.

Η Γκόλντμαν χρησιμοποιούσε δύο μεθόδους για να κρύβει το μπάχαλο που πούλαγε. Πρώτον σώρευαν εκατοντάδες διαφορετικά δάνεια σε χρεόγραφα που τα ονόμαζαν Collateralized Debt Obligations(CDO). Μετά τα πούλαγαν στους επενδυτές επί τη βάση της ιδέας ότι η από κοινού συγκέντρωση  των δανείων, θα διασφάλιζε και από την ύπαρξη κανενός ενδεχομένως αναξιόχρεου: τα CDO  στο σύνολο τους ήταν εντάξει. Έτσι δάνεια σκουπίδια μετατρέπονταν σε ΑΑΑ βαθμολογίας επενδύσεις. Δεύτερον για να διασφαλισθεί από τα δικά της πονταρίσματα, η Γκόλντμαν ασφάλισε στην AIG με ένα νέο τρόπο τα CDO της, γνωστό ως Credit Default Swaps(CDS).Αυτά ήταν στην ουσία ένα στοίχημα μεταξύ Γκόλντμαν και AIG :Η Γκολντμαν ποντάριζε ότι οι πρώην κατάδικοι θα φαλίρουν ενώ η AIG στο αντίθετο.

Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα με αυτές τις συμφωνίες: Όλο αυτό το αλισβερίσι αντιπροσώπευε ακριβώς εκείνο το είδος επικίνδυνης κερδοσκοπίας που οι ομοσπονδιακές ελεγκτικές αρχές υποτίθεται ότι χαλιναγωγούν. Παράγωγα σαν τα CDO,  ‘ασφάλειες’ όπως τα CDS, είχαν ήδη προκαλέσει σειρά χρηματιστικών καταστροφών: Η Πρόκτερ και Γκάμπλ και η Γκίμσον Γκρίτινγκς υπέστησαν μεγάλες απώλειες και η Κομητεία Όρανζ στην Καλιφόρνια οδηγήθηκε σε πτώχευση το 1994. Μια αναφορά του ιδίου χρόνου από τα κρατικό Γραφείο Ευθύνης σύστηνε  τον στενό έλεγχο των τέτοιου τύπου χρηματιστικών εργαλείων- και το 1998 η επικεφαλής της επιτροπής εμπορίας μελλοντικών(φιούτσερς) αγαθών , μια γυναίκα ονόματι Μπρούκσλεϊ Μπόρν, συμφώνησε με τη παραπάνω θέση. Τον Μάιο εκείνου του έτους, η Μπορν κυκλοφόρησε ένα υπόμνημα σε επικεφαλής μεγάλων ομίλων και στην κυβέρνηση Κλίντον, προτείνοντας ότι οι τράπεζες θα πρέπει να απαιτείται να αποκαλύπτουν πληροφορίες στο εμπόριο παραγώγων και να διατηρούν αποθεματικά κεφάλαια για να διασφαλιστούν έναντι ζημιών.

Όμως ο μεγαλύτερος έλεγχος και ρύθμιση δεν ήταν ακριβώς ότι επιθυμούσε η Γκόλντμαν. ‘Οι τράπεζες ‘τα πήρανε’- θέλανε να σταματήσει αυτό, λέει ο Μίκαελ Γκρίνμπεργκερ, που δούλευε για την Μπόρν ως διευθυντής αγορών συναλλαγών  και είναι σήμερα καθηγητής Νομικής στο πανεπιστήμιο του Μαίρηλαντ. ‘Ο  Γκρίνσπαν, ο Σάμμερς[17], ο Ρούμπιν και ο τότε επικεφαλής  της επιτροπής για την ασφάλεια και τις ανταλλαγές Άρθουρ Λέβιτ, θέλανε να την σταματήσουνε.’

Η ηγετική οικονομική ομάδα του Κλίντον και ‘ιδιαίτερα ο Ρούμπιν’ σύμφωνα με τον Γκρίνμπεργκερ φώναξαν την Μπορν και προσπάθησαν να την μεταπείσουν. Αυτή αρνήθηκε και επέμενε για μεγαλύτερη ρύθμιση των παραγώγων. Τότε τον Ιούνιο του 1998 ο Ρούμπιν δημοσίως κατήγγειλε τις ενέργειες της και συνέστησε στο Κογκρέσο να αφαιρέσει από την επιτροπή της την ρυθμιστική αρμοδιότητα της. Στο 2000 την τελευταία μέρα της συνόδου του το Κογκρέσο, πέρασε τον διαβόητο πλέον σήμερα νόμο για τον εκσυγχρονισμό των φιούτσερς αγαθών, τον οποίο έχωσε μέσα σε ένα 11.000 σελίδων λογαριασμό εξόδων την τελευταία στιγμή, χωρίς σχεδόν καθόλου δημόσια διαβούλευση στην Γερουσία. Οι τράπεζες ήταν πλέον ελεύθερες  να εμπορεύονται CDS  ατιμώρητα.

Αλλά η ιστορία δεν σταματά εδώ. Η AIG ο μείζων προμηθευτής CDS, απευθύνθηκε στο  Τμήμα ασφαλειών της Νέας Υόρκης το 2000 και υπέβαλε το ερώτημα αν τα CDS θα πρέπει να εποπτεύονται ως ασφάλειες. Κατ’ εκείνο τον χρόνο ο επικεφαλής του τμήματος ήταν κάποιος Νιλ Λιβάιν, ένας πρώην αντιπρόεδρος της Γκόλντμαν, ο οποίος αποφάσισε να μην ελέγξει τα CDS. Απελευθερωμένη πλέον η ΓΣ μπόρεσε να προωθήσει όσους τίτλους επιθυμούσε με κάλυψη τα ενυπόθηκα δάνεια και να αγοράσει όσα CDS για προστασία ήθελε. Κατά την αιχμή του οικιστικού μπουμ το 2006, προώθησε 76,5 δισεκ. $ χρεογράφων βασισμένων στα ενυπόθηκα δάνεια – εκ των οποίων το ένα τρίτο ήταν τοξικά- το μεγαλύτερο μέρος τους σε διεθνείς θεσμικούς επενδυτές, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρίες. Σ’ αυτές τις μαζικές εκδόσεις υπήρξε πελώρια ανταλλαγή σκατού.

Ας πάρουμε μια μεγάλη έκδοση εκείνης της χρονιάς, το κεφάλαιο  GSAMP2006-S3. Πολλά από τα δάνεια του ανήκαν σε δανειολήπτες που είχαν ξαναπάρει  δάνεια κατοικίας και που κατά μέσο όρο είχαν αποπληρωθεί στο 71%. Επιπλέον 58% των δανείων συνοδεύονταν από ελλιπή  αναγκαία έγγραφα ή αυτά απουσίαζαν εντελώς- όχι ονόματα δανειοληπτών, όχι διευθύνσεις κατοικιών, μόνο ταχυδρομικοί κωδικοί. Όμως παρ’ όλα αυτά δύο από τις κύριες εταιρίες αξιολόγησης η Μούντις και η Στάνταρντ εντ Πουρ βαθμολόγησαν το 93% της έκδοσης ως ποιοτική επένδυση. Η Μούντις εκτιμούσε ότι λιγότερο από το 10% των δανείων δεν θα εξυπηρετούνταν. Στην πραγματικότητα ένα 18% απ’ αυτά έπαψε να εξυπηρετείται σε λιγότερο από 18 μήνες.

Ας μην υποθέτουμε ότι η ΓΣ διακινδύνευε τίποτα. Η τράπεζα μπορεί να έπαιρνε όλα αυτά τα χυδαία εντελώς απαράδεκτα δάνεια από εταιρίες με στάτους χαμηλότερο από γκαγκστερικό, όπως η Κάουντριγουάιντ, και να τα πωλούσε σε δημαρχεία και συνταξιοδοτικά ταμεία – σε γέρους ανθρώπους για όνομα του Θεού- υποκρινόμενη διαρκώς ότι  δεν ήταν βαθμού D αλογόσκατα. Αλλά την ίδια στιγμή που έπραττε κατ’ αυτόν τον τρόπο, ποντάριζε ότι τα χρεόγραφα-σκατά που αυτή διέθετε θα έχαναν την αξία τους, ή τα πωλούσε αναμένοντας πτώση της αξίας τους. Ακόμα χειρότερα κομπορρημονούσε δημοσίως για αυτά: ‘ο τομέας των ενυπόθηκων δανείων εξακολουθεί να αμφισβητείται’ καυχιόταν ο Ντέιβιντ Βίνιαρ, ο βασικός χρηματιστικός επικεφαλής της τράπεζας το 2007. ‘Γι’ αυτό προβήκαμε  σε σημαντική μείωση των μακράς διάρκειας επενδυτικών στοιχείων μας. Παρ’ όλα αυτά η προτίμηση μας ανάληψης κινδύνου ήταν βραχείας διάρκειας και ποντάραμε στο ότι αυτά θα έχαναν μέρος της αξίας τους βραχυχρόνια’. Με απλά λόγια τα ενυπόθηκα δάνεια που πουλάγαμε ήταν για μαλάκες. Η πραγματική κονόμα ήταν από την άλλη μεριά, στο να ποντάρεις αντίθετα ότι η τιμή τους θα πέσει.

‘Κοίτα πόσο θρασείς είναι αυτοί οι μαλάκες’ λέει ένας διευθύνων χέντζ φαντ. ‘Οι άλλες τράπεζες τουλάχιστον, μπορείς να πεις ότι πίστευαν σ’ αυτό που πουλούσαν, και τους έσκασε στα χέρια τους. Η Γκόλντμαν γνώριζε τι έκανε[18].’ Ρώτησα τον διευθύνοντα πως γίνεται να πουλάς κάτι σε πελάτες για το οποίο στοιχηματίζεις ότι θα πάει άσχημα- ιδιαιτέρα μάλιστα αν γνωρίζεις περισσότερα για τις αδυναμίες του προϊόντος από τον πελάτη σου- δεν είναι αυτή εξαπάτηση επενδυτών;

‘Ακριβώς’ μου απάντησε, ‘είναι ο πυρήνας της εξαπάτησης επενδυτών’.

Τελικά πολύ εξαπατηθέντες επενδυτές συνεννοήθηκαν. Σε μια ουσιαστικά ίδια επανάληψη της ιντερνετικής τρέλας, η Γκόλντμαν  κτυπήθηκε από ένα κύμα αγωγών μετά την κατάρρευση της στεγαστικής φούσκας, πολλές από τις οποίες κατηγορούσαν την τράπεζα ότι απέκρυπτε τις κατάλληλες πληροφορίες για την ποιότητα των ενυπόθηκων δανείων που εξέδιδε. Οι κρατικοί ελεγκτές της Νέας Υόρκης επίσης ενάγουν την ΓΣ και άλλες 25 συναφείς εταιρίες γιατί πούλησαν τα στεγαστικά δάνεια του κώλου της Κάουντριγουάιντ σε δημοτικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, που έχασαν τουλάχιστον 100 εκ. $. Και η Μασαχουσέτη επίσης ανακρίνει την ΓΣ για παρόμοιες ενέργειες, ενεργούσα στο όνομα 714 κατόχους ενυπόθηκων δανείων που βρέθηκαν μπλεγμένοι διακρατώντας τα ληστρικά δάνεια.  Αλλά για μια ακόμα φορά η ΓΣ την σκαπουλάρησε, αποσοβώντας την δικαστική δίωξη, συμφωνώντας να πληρώσει μόνο 60 εκ. $- το ποσό που η διεύθυνση CDO της τράπεζας έβγαζε σε μιάμιση μέρα στην αιχμή του μπουμ των κατοικιών.

Τα αποτελέσματα της στεγαστικής φούσκας είναι πολύ γνωστά πλέον- οδήγησε στην κατάρρευση της Μπέαρ Στερνς, της Λήμαν Μπράδερς, και της AIG, της οποίας το τοξικό χαρτοφυλάκιο από CDS, αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από ασφάλειες που οι τράπεζες όπως η ΓΣ, αγόρασαν για να διασφαλιστούν από τις ίδιες τις οικιστικές επενδύσεις τους.  Πράγματι περισσότερα από 13 δισεκ. $ από χρήματα των φορολογουμένων που δόθηκαν στην AIG για να διασωθεί, κατέληξαν στην ΓΣ. Κάτι που σημαίνει ότι από τη στεγαστική φούσκα η τράπεζα ωφελήθηκε διπλά. Την έφερε στους επενδυτές που αγόρασαν τις CDO κοπριές, στοιχημάτισε κόντρα στο δικό της προϊόν  και στην συνέχεια τα πήρε και από τους φορολογούμενους.

Και για μια ακόμα φορά, ενώ ένας ολόκληρος κόσμος κατέρρεε γύρω της, η Γκόλντμαν αποζημιώνονταν μια χαρά. Το 2006 η συνολική μισθοδοσία της πήδηξε στα 16,5 δισεκ. $ ή 622.000 $ ανά εργαζόμενο. Όπως έλεγε ένας εκπρόσωπος της : ‘Δουλεύουμε πολύ σκληρά εδώ’

Αλλά τα καλύτερα δεν είχαν έρθει ακόμα. Ενώ η κατάρρευση της στεγαστικής φούσκας έστειλε τις περισσότερες χρηματιστικές εταιρίες στα ‘αποδυτήρια’ ή στην φυλακή, η ΓΣ τολμηρά διπλασιάστηκε και σχεδόν από μόνη της δημιούργησε ακόμα μια φούσκα, για την οποία ελάχιστοι στον κόσμο γνωρίζουν την ευθύνη της τράπεζας.

 

Φούσκα Νο 4. 4 δολάρια το γαλόνι

Στις αρχές του 2008, ο χρηματιστικός κόσμος ήταν σε αναστάτωση. Η Γουόλ Στριτ είχε περάσει τα 25 τελευταία χρόνια παράγοντας το ένα σκάνδαλο πάνω στο άλλο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έμειναν και πολλά για πούλημα που δεν είχαν πειραχθεί. Όροι όπως μετοχές σκουπίδια, τοξικά δάνεια κτλ., όροι κάποτε ‘καυτοί’ στην αγορά χρήματος, σήμερα είναι άρρηκτα δεμένοι στο μυαλό του κόσμου με τα scams[19]. Σύντομα τους ακολούθησαν και οι όροι CDO  και CDS. Οι πιστωτικές αγορές ήταν σε κρίση και οι φλυαρίες που είχαν συντηρήσει την οικονομία ‘παραίσθηση’ των χρόνων του Μπους- η ιδέα ότι οι τιμές των σπιτιών δεν πέφτουν ποτέ- ήταν πλέον ένας πλήρως εξαντλημένος μύθος, αφήνοντας  την Γουόλ Στριτ να αναζητά ένα νέο σκατοπαράδειγμα για να ‘φορτώσει’.

Που να το πάνε; Με το κοινό διστακτικό να βάλει χρήματα σε οτιδήποτε έμοιαζε με επένδυση σε χαρτιά, η Γουόλ Στριτ σιωπηρά μετακίνησε την μπαρμπουτιέρα στην αγορά των υλικών αγαθών- πράγματα που μπορείς να αγγίξεις: δημητριακά, καφέ, κακάο και πάνω απ’ όλα αγαθά ενέργειας και ιδίως πετρέλαιο. Σε συνδυασμό με την πτώση του $, την πιστωτική ασφυξία και την κατάρρευση των στεγαστικών δανείων, προκάλεσαν μια ‘φυγή’ προς τα υλικά αγαθά. Τα μελλοντικά συμβόλαια στο πετρέλαιο ιδιαίτερα έγιναν πύραυλοι, καθώς η τιμή στο βαρέλι πήγε από περίπου 60 $ στα μέσα του 2007, στα 147 $ το καλοκαίρι του 2008.

Αυτό το καλοκαίρι καθώς η προεκλογική καμπάνια για την προεδρία ανέβαζε στροφές, η παραδεκτή εξήγηση του γιατί η τιμή της βενζίνης έφτασε τα 4,11 $ το γαλόνι, ήταν ότι υπήρχε ένα πρόβλημα με την παγκόσμια προσφορά πετρελαίου. Σε ένα κλασσικό παράδειγμα του πως Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί αντιδρούν στις κρίσεις, εμπλεκόμενοι σε άγριες αλληλοκατηγορίες εκτοξεύοντας ο ένας στον άλλο άσχετες μωρίες, ο Τζών Μακέιν επέμενε ότι η διακοπή του μορατόριουμ της υποθαλάσσιας  άντλησης πετρελαίου, θα ‘είναι πολύ χρήσιμη βραχυχρονίως’, ενώ ο Μπάρακ Ομπάμα σε τυπικά γιάπικο στυλ αποφοίτου ανθρωπιστικών σπουδών, υποστήριζε ότι η κρατική επένδυση σε υβριδικά αυτοκίνητα ήταν η διέξοδος.

Η ΓΚΟΛΝΤΜΑΝ ΜΕΤΕΤΡΕΨΕ ΜΙΑ ΥΠΝΑΛΕΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑΓΟΡΑ ΣΕ  ΓΙΓΑΝΤΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΤΙΕΡΑ- ΤΙΜΕΣ ΠΟΥ ΔΑΓΚΩΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΛΙΑ

Αλλά ήταν όλα ψέματα. Ενώ η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου κάποτε θα εξαντληθεί, η βραχυχρόνια προσφορά του στην πραγματικότητα αυξήθηκε. Στους έξη προηγούμενους μήνες πριν οι τιμές αποκτήσουν αγκάθια, σύμφωνα με το Αμερικανικό γραφείο πληροφοριών για την ενέργεια, η παγκόσμια ημερήσια προσφορά πετρελαίου αυξήθηκε από 85,24 σε 85,72 εκατομμύρια βαρέλια. Κατά το ίδιο διάστημα η παγκόσμια ζήτηση έπεσε από 86,82 στα 86,07 εκ. βαρέλια. Όχι μόνο αύξανε η προσφορά, αλλά έπεφτε και η ζήτηση, κάτι που σε κλασσικούς οικονομικούς όρους θα σήμαινε πτώση των τιμών.

Τότε τι προκάλεσε την γιγαντιαία άνοδο της τιμής του πετρελαίου; Προφανώς βοήθησε η Γκόλντμαν- υπήρχαν και άλλοι παίκτες στην αγορά υλικών εμπορευμάτων-αλλά οι βαθύτεροι λόγοι βρίσκονται στην συμπεριφορά λίγων πανίσχυρων δρώντων αποφασισμένων να μετατρέψουν την κάποτε σταθερή αγορά σε ένα κερδοσκοπικό καζίνο. Η Γκόλντμαν το πέτυχε πείθοντας συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλους θεσμικούς επενδυτές να επενδύσουν σε μελλοντικά συμβόλαια πετρελαίου- συμφωνούσαν να αγοράσουν πετρέλαιο σε μια ορισμένη μελλοντική στιγμή σε μια ορισμένη τιμή. Αυτή η ώθηση μετασχημάτισε το πετρέλαιο από ένα υλικό εμπόρευμα, που άκαμπτα υπόκεινταν στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, σε κάτι για τζογάρισμα, όπως οι μετοχές. Μεταξύ 2003 και 2008, το ποσό του κερδοσκοπικού χρήματος στα αγαθά, αυξήθηκε από 13 δισεκ. $ σε 317, μια αύξηση της τάξης του 2.300%! Κατά το 2008 ένα βαρέλι πετρελαίου, αγοράζονταν και πουλιόταν 27 φορές κατά μέσο όρο, προτού διανεμηθεί και χρησιμοποιηθεί.

Όπως συχνά συμβαίνει υπήρχε ένας νόμος της εποχής της μεγάλης κρίσης, σχεδιασμένος ακριβώς για να αποτρέπει αυτό το είδος εργασιών. Η αγορά εμπορευμάτων είχε σχεδιαστεί σε μεγάλο μέρος βαθμό για να βοηθά τους αγρότες: Ένας παραγωγός που ανησυχούσε για μελλοντική πτώση των τιμών, μπορούσε να υπογράψει ένα συμβόλαιο και να πουλήσει το καλαμπόκι του σε μια ορισμένη τιμή στο μέλλον, οπότε χρειάζονταν να σωρεύει λιγότερα αποθέματα και να χτίζει λιγότερους αποθηκευτικούς χώρους για την σοδειά του. Όταν κανείς δεν αγόραζε καλαμπόκι, ο αγρότης μπορούσε να το πουλήσει σε ένα ενδιάμεσο γνωστό ως ‘ παραδοσιακό κερδοσκόπο’, ο οποίος θα αποθήκευε την σοδειά και θα την πούλαγε αργότερα, όταν θα ανέβαινε η ζήτηση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, υπήρχε πάντα κάποιος έτοιμος να αγοράσει από τον αγρότη, ακόμα και όταν η αγορά παροδικά δεν ζητούσε τα προϊόντα του.

Στα 1936 παρ’ όλα αυτά, το Κογκρέσο κατανόησε ότι δεν πρέπει να υπάρχουν περισσότεροι κερδοσκόποι στην αγορά από πραγματικούς παραγωγούς και αγοραστές. Εάν αυτό συνέβαινε, οι τιμές θα επηρεάζονταν από κάτι διαφορετικό από την προσφορά και την ζήτηση και θα υπήρχαν μαγειρέματα τιμών. Ένας νέος νόμος ενδυνάμωσε την επιτροπή για μελλοντικές συναλλαγές αγαθών- την ίδια επιτροπή που θα προσπαθούσε αργότερα –και θα αποτύγχανε- να ρυθμίσει τα CDS- για να βάλει εμπόδια στην κερδοσκοπία στα εμπορεύματα. Χάρις στην εποπτεία της επιτροπής επί 50 χρόνια  η ειρήνη και η αρμονία βασίλευαν στις αγορές αγαθών.

Όλα αυτά άλλαξαν το 1991 όταν, χωρίς να το πληροφορηθεί κανείς, μια θυγατρική της Γκόλντμαν για συναλλαγές σε αγαθά που ονομάζονταν Τζ. Αρόν, απευθύνθηκε στην επιτροπή και υποστήριξε ένα ασυνήθιστο επιχείρημα. Οι αγρότες με μεγάλες αποθήκες καλαμποκιού, υποστήριξε η Γκόλντμαν, δεν ήταν οι μόνοι που θα έπρεπε να διασφαλισθούν έναντι μελλοντικής  πτώσης τιμών-και οι μεταπράτες της Γουόλ Στριτ που έκαναν μεγάλα πονταρίσματα για τις τιμές του πετρελαίου, έπρεπε και αυτοί να διασφαλισθούν έναντι των κινδύνων, διότι μπορεί και αυτοί να χάνανε πολλά.

Αυτά ήταν εντελώς  μαλακίες, ο νόμος του 1936 θυμηθείτε, ήταν ειδικά σχεδιασμένος για να διατηρεί διακρίσεις μεταξύ ανθρώπων που αγόραζαν και πούλαγαν πραγματικά, απτά πράγματα και των ανθρώπων που συναλλάσσονταν μόνο με χαρτιά.  Παραδόξως όμως η επιτροπή έχαψε το επιχείρημα της Γκόλντμαν. Έδωσε στην τράπεζα το ελευθέρας και  επέτρεψε στην θυγατρική της να αποφύγει όλα τα εμπόδια που τίθενται στους κερδοσκόπους. Στα επόμενα χρόνια η επιτροπή θα εξέδιδε σιωπηρά άλλες 14 εξαιρέσεις για άλλες εταιρίες.

Τώρα η Γκόλντμαν και οι άλλες τράπεζες ήταν ελεύθερες να σπρώξουν περισσότερους επενδυτές στις αγορές εμπορευμάτων, καθιστώντας εφικτό για τους κερδοσκόπους να αυξήσουν τα πονταρίσματα τους. Αυτό το έγγραφο του 1991 περισσότερο ή λιγότερο άμεσα οδήγησε στην φούσκα του 2008, όταν ο αριθμός των κερδοσκόπων στην αγορά-σπρωγμένοι από τον φόβο του υποτιμούμενου δολαρίου και του στεγαστικού κραχ-τελικά ξεπέρασε τους πραγματικούς προμηθευτές και καταναλωτές. Κατά το 2008 τουλάχιστον τα τρία τέταρτα από τις δραστηριότητες στην αγορά εμπορευμάτων ήταν κερδοσκοπικές, σύμφωνα με εργαζόμενο στο Κογκρέσο που μελέτησε τους αριθμούς- και αυτή είναι πιθανώς μια συντηρητική εκτίμηση.

Αυτό που είναι πιο εκπληκτικό είναι ότι το έγγραφο στην Γκόλντμαν, μαζί με τις περισσότερες άλλες συναλλακτικές απαλλαγές, παραδόθηκε σχεδόν εντελώς μυστικά. ‘Ήμουν ο επικεφαλής του τμήματος συναλλαγών και αγορών και η Μπρούκσλεϊ Μπορν ήταν η επικεφαλής όλης της επιτροπής’ λέει ο Γκρίνμπεργκ ‘και κανείς από μας δεν γνώριζε ότι υπήρχε αυτό το έγγραφο. Πράγματι, το έγγραφο ήρθε στο φως της δημοσιότητας κατά τύχη. Πέρσι ένα μέλος της επιτροπής της Βουλής για την ενέργεια και το εμπόριο απλά έτυχε να παρευρίσκεται σε μια ενημέρωση, όταν στελέχη της επιτροπής μελλοντικών συναλλαγών αγαθών έκαναν μια πρόχειρη αναφορά στις απαλλαγές.

‘Ήμουν προσκεκλημένος σε μια ενημέρωση που η επιτροπή έκανε για την ενέργεια’ λέει το μέλος της επιτροπής. ‘Και ξαφνικά στην διάρκεια της άρχισαν να λένε «ναι, δημοσιεύουμε αυτά τα έγγραφα εδώ και πολλά χρόνια» Σήκωσα το χέρι μου και είπα «Όντως; Εσείς τα δημοσιεύετε; Μπορώ να τα δω;» Και αυτοί  κάνανε σαν να λέγανε «Μα δεν ξέρεις…» και τελικά μου είπανε « Θα πρέπει να το διευκρινίσουμε  με την ΓΣ» Και εγώ «Τι εννοείτε να το διευκρινίσετε με την ΓΣ;»

Η επιτροπή μελλοντικών συναλλαγών αγαθών ανέφερε ένα κανονισμό που την απέτρεπε από το να κοινοποιεί οποιαδήποτε πληροφορία για την τρέχουσα θέση μιας εταιρίας στην αγορά. Αλλά η απαίτηση του μέλους της επιτροπής αναφέρονταν σε ένα  έγγραφο που είχε εκδοθεί πριν 17 χρόνια. Δεν είχε τίποτα να κάνει με την τρέχουσα θέση της ΓΣ. Επιπροσθέτως το έβδομο κεφάλαιο του νόμου του 1936 έδινε στο Κογκρέσο το δικαίωμα να πληροφορείται το οτιδήποτε από της επιτροπή. Παρ’ όλα αυτά, σε ένα κλασσικό παράδειγμα του πόσο πλήρης είναι η αιχμαλωσία της κυβέρνησης από την Γκόλντμαν, η επιτροπή περίμενε μέχρι  να πάρει έγκριση από την τράπεζα πριν να δώσει το έγγραφο.

Εξοπλισμένη με την ημι-μυστική κυβερνητική απαλλαγή, η ΓΣ έγινε ο κύριος σχεδιαστής ενός γιγάντιου γραφείου στοιχημάτων για αγαθά. Ο Γκόλντμαν Σας δείκτης αγαθών-παρακολουθεί τις τιμές 24 κύριων αγαθών, αλλά με κυρίαρχη στάθμιση για το πετρέλαιο-έγινε ο τόπος όπου συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρίες και άλλοι θεσμικοί επενδυτές μπορούν να κάνουν μαζικά μακροχρόνια πονταρίσματα για τις τιμές των αγαθών. Αυτή η εξέλιξη ήταν για όλους καλή με  κάποιες επιφυλάξεις. Μια ήταν ότι οι κερδοσκόποι του δείκτη της ΓΣ, είναι κυρίως ‘μακροχρόνιοι τζογαδόροι‘, πράγμα που σημαίνει ότι σπανίως ή ποτέ παίρνουν ‘βραχυχρόνιες’ θέσεις- κάτι που μεταφράζεται στο ότι ποντάρουν μόνο στην άνοδο των τιμών. Ενώ αυτό το είδος συμπεριφοράς είναι καλό για το χρηματιστήριο, είναι καταστροφικό για την αγορά αγαθών, διότι σπρώχνει διαρκώς τις τιμές προς τα πάνω. ‘Αν οι κερδοσκόποι του Δείκτη, έπαιρναν και ‘βραχυχρόνιες’ θέσεις, εκτός από ‘μακροχρόνιες’, θα τους έβλεπες να σπρώχνουν τις τιμές και πάνω και κάτω’, λέει ο Μάικλ Μάστερς, ο διευθύνων ενός Χέντζ φάντ που βοήθησε να καταδειχθεί ο ρόλος των επενδυτικών τραπεζών στο μαγείρεμα των τιμών του πετρελαίου. ‘Αλλά σπρώχνουν τις τιμές προς μια κατεύθυνση μόνο, προς τα πάνω.’

Επιδεινώνοντας τα πράγματα έτι περαιτέρω η ΓΣ, έσπρωχνε με όλη την δύναμη της τις τιμές μόνο προς τα πάνω. Στις αρχές του 2008, ο Άρτζουν Μούρτι, ένας αναλυτής της Γκόλντμαν, που επευφημούνταν τιμητικά από τούς Νιού Γιόρκ Τάιμς ως ένας ‘προφήτης του πετρελαίου’, προέβλεπε μια ‘υπέρ-άνοδο’ στις τιμές του πετρελαίου, εκτιμώντας την τιμή στα 200 $ το βαρέλι. Ταυτόχρονα η ΓΣ είχε επενδύσει ‘με τα μπούνια’ στο πετρέλαιο μέσω της θυγατρικής της Τζ. Αρόν. Επίσης είχε αγοράσει ένα μερίδιο από ένα διυλιστήριο πετρελαίου   στο Κάνσας, όπου και αποθήκευε το αργό πετρέλαιο που αγοραπουλούσε. Και παρ΄ όλο ότι η προσφορά πετρελαίου ήταν αντίστοιχη της ζήτησης, ο Μούρτι διαρκώς προειδοποιούσε για διαταραχές στην παγκόσμια προσφορά πετρελαίου, φτάνοντας μέχρι του σημείου να κοινοποιεί ότι είχε αγοράσει δύο υβριδικά αμάξια. Οι ψιλές τιμές, επέμενε η τράπεζα, ήταν κατά κάποιο τρόπο το αποτέλεσμα της γουρουνίσιας συμπεριφοράς του Aμερικανού καταναλωτή. Στα 2005, οι αναλυτές της Γκόλντμαν επέμεναν ότι δεν θα μπορέσουμε να μάθουμε πότε θα πέσουν οι τιμές του πετρελαίου, πριν να γνωρίζουμε ‘πότε οι Aμερικανοί καταναλωτές θα πάψουν να αγοράζουν σπορ αμάξια βενζινορουφήχτρες και να αρχίσουν να ζητάνε εναλλακτικά αμάξια μειωμένης κατανάλωσης καυσίμων.’

Αλλά δεν ήταν η κατανάλωση του πραγματικού πετρελαίου η αιτία ανόδου της τιμής, ήταν οι συναλλαγές στο πετρέλαιο- χαρτί. Το καλοκαίρι του 2008 οι κερδοσκόποι στα αγαθά είχαν αγοράσει και στοκάρει αρκετά συμβόλαια μελλοντικής παράδοσης πετρελαίου για να γεμίσουν 1,1 δις. βαρέλια, κάτι που σήμαινε ότι τους ανήκε περισσότερο πετρέλαιο σε χαρτιά- συμβόλαια μελλοντικής παράδοσης- απ’ όσο πραγματικό αργό πετρέλαιο υπήρχε αποθηκευμένο στις εμπορικές αποθήκες όλων των ΗΠΑ,  των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου της κυβέρνησης συμπεριλαμβανομένων. Ήταν μια επανάληψη και της τρέλας του ίντερνετ και της στεγαστικής φούσκας, όπου η Γουόλ Στριτ γιγάντωσε τα παρόντα κέρδη, πουλώντας στα κορόιδα μετοχές ενός φανταστικού μελλοντικού κόσμου, όπου οι τιμές θα αυξάνουν απεριόριστα.

Κατά τον τρόπο που έχει γίνει ήδη γνωστός με μεγάλο κόστος, το καρπούζι του αγαθού –πετρελαίου έσκασε άτσαλα στον δρόμο το καλοκαίρι του 2008, προκαλώντας μαζική απώλεια πλούτου. Η  τιμή  του  αργού βυθίστηκε από τα 147 $ το βαρέλι στα 33. Για άλλη μια φορά οι μεγάλοι χαμένοι ήταν οι καθημερινοί άνθρωποι. Οι συνταξιούχοι των οποίων τα κεφάλαια μπλέχτηκαν σε αυτές τις κοπριές σφαγιάστηκαν: το CalPERS,  το Καλιφορνέζικο ταμείο συνταξιοδότησης των δημοσίων υπαλλήλων, είχε 1,1 δισεκ. $ σε αγαθά όταν έγινε το κραχ. Και η καταστροφή δεν έγινε μόνο από το πετρέλαιο. Οι τιμές των βρώσιμων υλών, ωθούμενες από την φούσκα στα αγαθά, είχαν φτάσει στην στρατόσφαιρα, προκαλώντας καταστροφές σ’ όλο τον πλανήτη, σπρώχνοντας 100 εκ. ανθρώπους στην πείνα και προκαλώντας εξεγέρσεις για φαγητό στον Τρίτο κόσμο.

Σήμερα οι τιμές του πετρελαίου αυξάνουν πάλι: αυξήθηκαν 20% τον Μάιο και σχεδόν διπλασιάστηκαν μέσα στο 2009. Για άλλη μια φορά το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην προσφορά ή στην ζήτηση. ‘Η μεγαλύτερη προσφορά πετρελαίου στα τελευταία 20 χρόνια είναι η φετινή’ λέει ο βουλευτής Μπαρτ Στούπακ, δημοκρατικός από το Μίτσιγκαν, που είναι μέλος στην επιτροπή της Βουλής για την ενέργεια. ‘Η ζήτηση είναι στο χαμηλότερο σημείο της δεκαετίας  και όμως οι τιμές ανεβαίνουν.’

Ερωτηθείς γιατί οι πολιτικοί εξακολουθούν να αναφέρονται επίμονα σε πράγματα πως τα υβριδικά αμάξια και οι  αντλήσεις, ενώ η προσφορά και η ζήτηση δεν έχουν σχέση με τις ψιλές τιμές, ο Στούπακ κουνώντας το κεφάλι του λέει ‘Νομίζω ότι απλά δεν πολυκαταλαβαίνουν το πρόβλημα. Δεν μπορείς να το εξηγήσεις σε 30 δευτερόλεπτα και επομένως οι πολιτικοί το αγνοούν.’

 

Φούσκα Νο 5. Νοθεύοντας τη Διάσωση

Μετά το ξεφούσκωμα της πετρελαϊκής φούσκας το περσινό φθινόπωρο, δεν υπήρχε νέα φούσκα να ζωντανεύει ο παιχνίδι- αυτή την φορά το χρήμα έμοιαζε να είχε πράγματι χαθεί παγκόσμια, λόγω της κρίσης. Έτσι το χρηματιστικό σαφάρι μετακινήθηκε παραπέρα και το μεγάλο κυνήγι έγινε η τελευταία εναπομένουσα αφελής και αφύλακτη δεξαμενή κεφαλαίου για φάγωμα: τα χρήματα των φορολογουμένων. Εδώ, στην μεγαλύτερη οικονομική διάσωση του κόσμου, είναι που η ΓΣ άρχισε πράγματι να δείχνει την δύναμη της.

Ξεκίνησε τον περσινό Σεπτέμβρη όταν ό τότε υπουργός οικονομικών Πόλσον πήρε μια σειρά βαρυσήμαντων αποφάσεων. Αν και είχε μηχανευθεί την διάσωση της Μπέαρ Στερνς πριν λίγους μήνες και είχε εγγυηθεί για τις ημικρατικές δανειοδοτικές Φάνι Μέι και Φρέντι Μακ, ο Πόλσον επέλεξε να αφήσει την Λήμαν Μπράδερς- μια από τις τελευταίες πραγματικές ανταγωνίστριες της Γκόλντμαν- να καταρρεύσει  χωρίς επέμβαση.(‘Το υπερηρωικό γόητρο της ΓΣ έμεινε άθικτο’, λέει ο αναλυτής αγορών Έρικ Σάλζμαν ‘και ένας επενδυτικός τραπεζικός ανταγωνιστής, η Λήμαν, χάνεται.’) Την ακριβώς επόμενη ημέρα ο Πόλσον έδωσε το πράσινο φως για την γιγάντια 85 δισεκ. $ διάσωση της AIG, η οποία αμέσως πρόθημα  έδωσε στην ΓΣ 13 δισεκ. $ που της χρωστούσε. Χάρις στην διασωστική προσπάθεια, η τράπεζα κατέληξε απολύτως αποζημιωμένη για τα κακά πονταρίσματα της: εξ αντιθέτου, οι συνταξιούχοι εργάτες της αυτοκινητοβιομηχανίας Κράισλερ, περιμένοντας την διάσωση της θα είναι τυχεροί να πάρουν 50 σεντς για κάθε δολάριο που τους ανήκε.

Αμέσως μετά την διάσωση της AIG, ο Πόλσον ανακοίνωσε το σχέδιο ομοσπονδιακής διάσωσης για όλο τον χρηματιστικό κλάδο, ένα σχέδιο 700 δισεκ. $ (TARP) και έβαλε επικεφαλής του ένα 35χρονο άγνωστο μέχρι τότε Γκολντμανίτη, ονόματι Νήλ Κασχκάρι. Για να μπορέσει να ενταχθεί  στο σχέδιο διάσωσης, η ΓΣ ανακοίνωσε ότι θα μετατρέπονταν από μια επενδυτική τράπεζα σε εταιρία τραπεζικού χόλντιγκ, μια κίνηση που θα της επέτρεπε πρόσβαση, όχι μόνο στα 10 δισεκ. $ των κεφαλαίων του TARP, αλλά και σε ένα ολόκληρο φάσμα λιγότερο εμφανών -με δημόσια υποστήριξη κεφαλαίων-ιδιαίτερα στον δανεισμό από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ. Κατά το τέλος του Μάρτη η ομοσπονδιακή τράπεζα, έχει δανείσει ή εγγυηθεί για τουλάχιστον 8,7 τρισεκ. $, μέσω μιας σειράς προγραμμάτων διάσωσης- και χάριν ενός σκοτεινού νόμου που της επιτρέπει να αποφεύγει τους περισσότερους ελέγχους από το Κογκρέσο  και τα ποσά και οι αποδέκτες των χρημάτων παραμένουν σχεδόν εντελώς άγνωστοι.

Με την μετατροπή της αυτή η ΓΣ ωφελήθηκε και με άλλους τρόπους: ο κύριος επόπτης της είναι τώρα η ομοσπονδιακή τράπεζα της Νέας Υόρκης, της οποίας πρόεδρος κατά τον χρόνο της ανακοίνωσης της μετατροπής ήταν ο Στήβεν Φρίντμαν, ένας πρώην συν-πρόεδρος της ΓΣ. Ο Φρίντμαν τυπικά καταστρατηγούσε την πολιτική της ομοσπονδιακής τράπεζας, παραμένοντας  στο συμβούλιο της ΓΣ, ενώ υποτίθεται ότι την επόπτευε. Με σκοπό να διορθώσει το πρόβλημα, αιτήθηκε και απέσπασε από την κυβέρνηση ένα  έγγραφο παραμερισμού της σύγκρουσης συμφερόντων (μεταξύ των δύο θέσεων του). Ο Φρίντμαν υποτίθεται ότι θα απεκδύονταν των μετοχών του στην ΓΣ, μετά την μετατροπή της, αλλά χάριν του εγγράφου παραμερισμού, του επετράπη να  αγοράσει άλλες 52.000 μετοχές της παλιάς τράπεζας του, γεγονός που τον κατέστησε κατά 3 εκ. $ πλουσιότερο. Ο Φρίντμαν αποχώρησε τον Μάιο, αλλά ο άνθρωπος που τον αντικατέστησε, ο πρόεδρος της ομοσπονδιακής τράπεζας της Νέας Υόρκης Γουίλιαμ Ντάντλεϊ-είναι ακόμα ένας πρώην Γκολντμανάνθρωπος[20].

Το συλλογικό μήνυμα από όλα αυτά –την διάσωση της AIG, την αστραπιαία έγκριση της μετατροπής της, τα κεφάλαια του TARP, είναι ότι όταν πρόκειται για την ΓΣ, δεν ισχύει καθόλου η ελεύθερη αγορά. Η κυβέρνηση μπορεί να αφήσει άλλους παίκτες στην αγορά να σβήσουν, αλλά απλούστατα δεν θα επιτρέψει στην Γκόλντμαν να χρεοκοπήσει κάτω από οποιαδήποτε περίσταση. Το πλεονέκτημα της στην αγορά έχει ξαφνικά γίνει μια ανοικτή διακήρυξη ανώτατων προνομίων. ‘Κατά το παρελθόν ήταν ένα υπονοούμενο πλεονέκτημα’, λέει ο Σάιμον Τζόνσον, ένας καθηγητής οικονομικών στο MIT και πρώην αξιωματούχος του ΔΝΤ, ο οποίος συγκρίνει την διάσωση με τον καπιταλισμό των κολλητών που συνάντησε σε χώρες του τρίτου κόσμου. ‘Τώρα είναι περισσότερο ένα απερίφραστο πλεονέκτημα’. Μόλις οι διασώσεις ενεργοποιήθηκαν, η Γκόλντμαν επέστρεψε στο « business as usual», επινοώντας απίστευτα μπερδεμένα σχέδια, για να αφαιρέσει από το αμερικάνικο κουφάρι το υπολειπόμενο κεφάλαιο του. Ένα από τα πρώτα βήματά της στην μετά την διάσωση εποχή ήταν να σπρώξει προς τα μπρος σιωπηρά το ημερολόγιο που χρησιμοποιούσε για να ανακοινώνει τα κέρδη της, εξαφανίζοντας ουσιαστικά τον Δεκέμβριο του 2008- με το 1,3 δισεκ. $ ζημιές του προ φόρων-από τα βιβλία της. Κατά τον ίδιο χρόνο η τράπεζα ανακοίνωσε ένα ιδιαίτερα ύποπτο 1,8 δισεκ. $ ποσό ως κέρδη του πρώτου τριμήνου του 2009-το οποίο προφανώς περιλαμβάνει μια κομματάρα από τα χρήματα των φορολογουμένων που τις διοχετεύτηκαν μέσω της AIG. ‘Μαγείρεψαν τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου έξη φορές από την Κυριακή’ λέει ο διευθύνων ενός χέντζ φάντ. ‘Κρύψανε τις ζημιές στον ορφανό μήνα και ονόμασαν τα χρήματα της διάσωσης κέρδη’.

Δύο ακόμα νούμερα προεξέχουν από τα εκπληκτικά αυτά αποτελέσματα. Η τράπεζα πλήρωσε το εντυπωσιακό ποσό των 4,7 δισεκ. $ σε μπόνους και αποζημιώσεις τους τρεις πρώτους μήνες του χρόνου, μια αύξηση 18% από το αντίστοιχο του 2008. Ακόμα μάζεψε 5 δισεκ. $,  σχεδόν αμέσως μετά την ανακοίνωση των τριμηνιαίων κερδών, μέσω αύξησης κεφαλαίου. Όλα μαζί τα νούμερα δείχνουν ότι η Γκόλντμαν ουσιαστικά δανείστηκε  ένα ποσό 5 δισεκ. $ για να πληρώσει μισθούς για τα στελέχη της στο μέσο της οικονομικής κρίσης που βοήθησε να προκληθεί, χρησιμοποιώντας γκρίζα λογιστικά για να εντυπωσιάσει τους επενδυτές, λίγους μόνο μήνες αφότου πήρε τα χρήματα των φορολογουμένων.

Ακόμα πιο εκπληκτικό, η Γκόλντμαν τα τακτοποίησε όλα προτού η κυβέρνηση ανακοινώσει τα αποτελέσματα από τα νέα ‘στρες τεστ’ για τις τράπεζες που επιδιώκουν να ξεπληρώσουν τα χρήματα από το TARP,  κάτι που δείχνει ότι η Γκόλντμαν ήξερε τι ερχόταν. Η κυβέρνηση προσπαθούσε προσεκτικά να ενορχηστρώσει την διαδικασία, για να εμποδίσει τις τράπεζες που δεν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν τα χρήματα ευθύς αμέσως, να μπλέξουν ακόμα παραπάνω. Αλλά η Γκόλντμαν περιόρισε αυτές τις ανησυχίες, επιδεικνύοντας αναίσχυντα την θέση της ως κατέχουσα εμπιστευτική γνώση. ‘Φαινόταν να γνωρίζουν οτιδήποτε χρειάζονταν να κάνουν πριν από τα κυβερνητικά στρες τεστ, σε αντίθεση με όλους τους άλλους’, λέει ο Μάικλ Χέχτ, στέλεχος της JMP σεκιούριτις. Η κυβέρνηση αποκαλύφθηκε όταν είπε ‘ Για να ξεπληρώσετε τα λεφτά από το TARP θα πρέπει να εκδώσετε χρεόγραφα τουλάχιστον πενταετούς διάρκειας που δεν ασφαλίζονται από την FDIC[21]– κάτι που η Γκόλντμαν είχε ήδη κάνει μια δυο βδομάδες πριν’.

Έτσι μετά από ένα κρυφό ρόλο που έπαιξε σε τέσσερεις καταστροφικές φούσκες, αφού βοήθησε να χαθούν 5 τρισεκ. $ από τον NASDAQ, αφού έσπρωξε χιλιάδες τοξικά δάνεια σε συνταξιούχους και δήμους, αφού βοήθησε να συρθεί η τιμή της βενζίνης στα 4 $ το γαλόνι, αφού έσπρωξε 100 εκ. ανθρώπους σ’ όλο τον πλανήτη στην πείνα, αφού διασφάλισε για πάρτη της δεκάδες δισεκ. $ από τα χρήματα των φορολογουμένων μέσω σειράς διασώσεων που επέβλεψε ο πρώην διευθύνων της, τι επέστρεψε η Γκόλντμαν στους Ανθρώπους των ΗΠΑ το 2008;

Δεκατέσσερα εκατομμύρια δολάρια[22].

Αυτό είναι το ποσό που η εταιρία πλήρωσε σε φόρους το 2008, ένα πραγματικό ποσοστό φορολογίας της τάξης του 1%, καλά το διαβάσατε 1%. Κατά τον ίδιο χρόνο, η τράπεζα πλήρωσε 10 δισεκ. $ για πάσης φύσης αμοιβές και έβγαλε και 2 δισεκ. $ κέρδη- αλλά παρόλα αυτά πλήρωσε για φόρους λιγότερο από το ένα τρίτο από όσα ξηλώθηκε για τον Πρόεδρο της Λόιντ Μπλανκφέιν, ο οποίος έβγαλε 42,9 εκ. $ πέρσι.

Πώς είναι αυτό δυνατό; Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Γκόλντμαν, οι χαμηλοί φόροι είναι αποτέλεσμα  μεταβολών  στο ‘ γεωγραφικό μείγμα κερδών’ της τράπεζας. Με άλλα λόγια, η τράπεζα μετακίνησε τα χρήματα της με τρόπο ώστε τα περισσότερα έσοδα της έγιναν σε χώρες με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Χάρις στο απολύτως εύκαμπτο σύστημα μας φορολόγησης μετοχών, εταιρίες όπως η ΓΣ μπορούν να μεταφέρουν τα έσοδα τους εξοχώρια και να αναβάλουν την φορολόγηση τους στο διηνεκές, ακόμα και αν επιδιώκουν άμεσες φορολογικές ελαφρύνσεις για αυτό το ίδιο το μη φορολογηθέν εισόδημα.  Αυτός είναι ο λόγος που οποιαδήποτε εταιρία με έναν στοιχειωδώς …ξεμέθυστο λογιστή, μπορεί συνήθως να βρει τρόπο να μην πληρώσει καθόλου φόρους. Μια έκθεση του GAO[23], βρήκε πράγματι ότι μεταξύ 1998 και 2005, χοντρικά τα δύο τρίτα όλων των εταιριών που λειτουργούσαν στις ΗΠΑ, δεν πλήρωσαν καθόλου φόρους.

Τα παραπάνω θα περίμενε κανείς να ήταν μια μεγάλη πρόκληση- αλλά κάπως έγινε και όταν η ΓΣ ανακοίνωσε τα μετά την διάσωση φορολογικά της, σχεδόν κανένας δεν είπε τίποτα. Ένας από τους ελάχιστους που σημείωσαν την προστυχιά ήταν ο βουλευτής Λόιντ Ντόγκετ, Δημοκρατικός από το Τέξας, μέλος της επιτροπής τρόπων και μέσων της Βουλής[24]: ‘Ενώ το δεξί της χέρι ζητιανεύει για χρήματα διάσωσης’ λέει ‘με το αριστερό της τα κρύβει στο εξωτερικό’.

 

Φούσκα Νο 6. Πλανητική υπερθέρμανση

Ας μεταφερθούμε στο σήμερα. Είναι αρχές Ιουνίου στην Ουάσιγκτον. Ο Μπάρακ Ομπάμα, ένας δημοφιλής νέος πολιτικός του οποίου ηγετική χορηγός της προεκλογικής εκστρατείας του ήταν η ΓΣ- οι εργαζόμενοι της του έδωσαν 981.000 $- είναι ο νέος κάτοικος του Λευκού Οίκου. Έχοντας ακούραστα διαπλεύσει το πολιτικό ναρκοπέδιο της εποχής της διάσωσης, η  Γκόλντμαν επέστρεψε στις συνηθισμένες δουλειές της, ανιχνεύοντας παραθυράκια στην νέα αγορά που δημιούργησε η κυβέρνηση, με την βοήθεια της νέας σοδειάς πολιτικών που κατέχουν θέσεις κλειδιά.

Η ΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΘΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ ΣΕ ΜΙΑ ‘ΑΓΟΡΑ ΑΝΘΡΑΚΑ’ ΑΞΙΑΣ 1 ΤΡΙΣ.$, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΟΡΕΞΕΙΣ ΤΗΣ ΓΚΟΛΝΤΜΑΝ

Έφυγαν οι Πόλσον και Κασκάρι∙ στην θέση τους ήρθαν ο επιτελάρχης του υπουργείου οικονομικών Μαρκ Πάτερσον και ο διευθύνων της επιτροπής για τα συμβόλαια σε μελλοντικά αγαθά Γκάρι Γκένσλερ και οι δύο πρώην Γκολντμανάθρωποι (ο Γκένσλερ ήταν ο συν-πρόεδρος του οικονομικού της). Και αντί για πιστωτικά παράγωγα, μελλοντικά συμβόλαια πετρελαίου ή CDO, το νέο παιχνίδι, η καινούργια φούσκα, είναι οι πιστώσεις άνθρακα- μια  αγορά 1 τρις. $, η οποία μόλις που υφίσταται σήμερα, αλλά που θα υπάρξει, αν το Δημοκρατικό κόμμα στο οποίο έδωσε 4.452.585 εκ. $ κατορθώσει να φέρει στο φως μια πρωτοπόρα νέα φούσκα αγαθών, φερόμενη ως ‘περιβαλλοντικό σχέδιο’, και ονομαζόμενη ‘ υπέρβαση και συναλλαγή’.

Η νέα αγορά είναι ουσιαστικά μια επανάληψη του καζίνο της αγοράς αγαθών που τόσο φιλική υπήρξε για την ΓΣ, με μια επιπλέον χρήσιμη πληροφορία. Αν το πλάνο προωθηθεί όπως αναμένεται, η άνοδος των τιμών θα είναι κυβερνητικά καθορισμένη. Η Γκόλντμαν δεν χρειάζεται καν να στήσει το παιχνίδι. Θα στηθεί προκαταβολικά. Ας δούμε πως: αν ο νόμος περάσει θα υπάρξουν όρια για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (αέρια θερμοκηπίου) που μπορούν να παράγουν ετησίως, για ανθρακωρυχεία, επιχειρήσεις δημόσιας ωφέλειας, διανομείς φυσικού αερίου, και σε αρκετούς άλλους κλάδους. Αν οι επιχειρήσεις τα υπερβούν, θα μπορούν να αγοράσουν ‘κατανομές’ ή πιστώσεις από άλλες εταιρίες οι οποίες οι οποίες κατάφεραν να παράγουν λιγότερες εκπομπές. Ο πρόεδρος Ομπάμα συντηρητικά εκτιμά ότι περίπου 646 δισεκ. $ κατανομών θα δημοπρατηθούν τα πρώτα επτά χρόνια. Ένας από τους κύριους οικονομικούς βοηθούς του εκτιμά τα πραγματικά ποσά θα είναι δύο ή τρεις φορές μεγαλύτερα.

Το χαρακτηριστικό αυτού του σχεδίου που έχει ιδιαίτερη αξία για τους κερδοσκόπους είναι ότι η ‘υπέρβαση’ στο διοξείδιο του άνθρακα θα μειώνεται διαρκώς από την κυβέρνηση, κάτι που σημαίνει ότι οι κατανομές σε άνθρακα διαρκώς θα γίνονται ολοένα και περισσότερο σπάνιες κάθε χρόνο. Κάτι που σημαίνει ότι  αυτή είναι μια νέα αγορά αγαθών στην οποία το κύριο εμπόρευμα – αντικείμενο συναλλαγής- είναι εγγυημένο ότι θα ανεβάζει την τιμή του από χρόνο σε χρόνο. Ο όγκος αυτής της νέας αγοράς θα είναι άνω του ενός τρις. $ ετησίως. Χάριν συγκρίσεως, τα ετήσια συνδυασμένα έσοδα των παρόχων ηλεκτρισμού στις ΗΠΑ είναι 320 δισεκ. $.

Η Γκόλντμαν θέλει αυτό το φιλέτο. Το σχέδιο είναι (1) να μπουν στο παιχνίδι από την αρχή (2) να μπουν σε εκείνο το κομμάτι του παιχνιδιού που δίνει τα κέρδη, (3) να εξασφαλίσουν ότι τα κομμάτι είναι αρκούντως μεγάλο. Η  Γκόλντμαν έχει αρχίσει να σπρώχνει εδώ και καιρό σκληρά για πρόγραμμα ‘υπέρβαση και συναλλαγή’, αλλά η προσπάθεια της εντατικοποιήθηκε πέρσι, όταν η εταιρία ξόδεψε 3,5 εκ. $ για να προωθήσει περιβαλλοντικά ζητήματα (ένας από τους λομπίστες της ήταν ο ίδιος ο Πάτερσον που είναι σήμερα ο επικεφαλής της διοίκησης του υπουργείου οικονομικών). Πίσω στο 2005, όταν ο Πόλσον ήταν ακόμα  ο πρόεδρος της Γκόλντμαν, βοήθησε προσωπικά στην συγγραφή  της περιβαλλοντικής πολιτικής της τράπεζας, ένα ντοκουμέντο που περιέχει ορισμένα στοιχεία έκπληξης, με δεδομένη την καθολική στα υπόλοιπα εκτός αυτού πεδία, αντίθεση της εταιρίας στον κρατικό παρεμβατισμό. Η αναφορά του Πόλσον υποστήριζε ότι ‘η εθελοντική δράση από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής’. Μετά από λίγα χρόνια, ο επικεφαλής της τράπεζας για τα ζητήματα του διοξειδίου του άνθρακα, ο Κεν Νιούκομπλ, επέμενε ότι το πρόγραμμα ‘υπέρβαση και συναλλαγή’ δεν θα είναι από μόνο του αρκετό να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και κάλεσε για πρόσθετη κυβερνητική επένδυση μέσω έρευνας και ανάπτυξης. Κάτι που βολεύει την τράπεζα, αν θυμηθούμε ότι  έχει κάνει αρχικές επενδύσεις σε αιολική ενέργεια (αγόρασε μια θυγατρική με το όνομα Ορίζων  Αιολική Ενέργεια) στα ανακυκλώσιμα καύσιμα (έχει επενδύσει σε μια εταιρία που ονομάζεται Μεταβαλλόμενες Παγκόσμια Τεχνολογίες) και στην ηλιακή ενέργεια (έχει συνεταιριστεί με την BP Ηλιακή), δηλαδή έχει κλείσει ακριβώς εκείνες τις συμφωνίες που θα αποδώσουν πολλά, αν η κυβέρνηση πιέσει τους παραγωγούς ενέργειας να χρησιμοποιούν καθαρή ενέργεια. Όπως είπε κάποτε  ο Πόλσον, ‘ δεν κάνουμε αυτές τις επενδύσεις για να χάσουμε χρήματα’.

Η τράπεζα έχει το 10% του Ανταλλακτηρίου Κλίματος του Σικάγο, εκεί που θα γίνονται οι συναλλαγές των εκπομπών  διοξειδίου του άνθρακα. Επιπρόσθετα, η Γκόλντμαν κατέχει ένα μειοψηφικό μερίδιο στην Μπλού Σόρς LLC, μια εταιρία με έδρα στην Γιούτα που πουλά κατανομές διοξειδίου του άνθρακα, ακριβώς ότι θα ζητηθεί σε μεγάλο βαθμό αν περάσει ο νόμος. Ο νομπελίστας Αλ Γκορ ο οποίος είναι άμεσα σχετισμένος με τον σχεδιασμό του ‘υπέρβαση και συναλλαγή’, ίδρυσε μια εταιρία ονομαζόμενη Τζενερέισον Ινβέστμεντ Μάνατζμεντ με τρία σημαίνοντα πρόσωπα πρώην στελέχη της Γκόλντμαν Σατς Άσετ Μάνατζμεντ, τον Ντέιβιντ Μπλάντ, τον Μαρκ Φέργκιουσον και τον Πήτερ Χάρις. Το αντικείμενος τους; Η επένδυση σε ανταλλαγές διοξειδίου του άνθρακα. Υπάρχει ακόμα ένα 500 εκ. $ κεφάλαιο πράσινης ανάπτυξης, που δημιουργήθηκε από ακόμα ένα Γκολντμανάνθρωπο για να επενδύσει στην πράσινη τεχνολογία… και η λίστα δεν έχει τελειωμό[25]. Η ΓΣ  είναι ξανά μπροστά από τα γεγονότα, και περιμένει να αρπάξει την πρώτη ευκαιρία. Θα είναι αυτή η αγορά μεγαλύτερη από εκείνη των μελλοντικών συμβολαίων πετρελαίου;

‘Θα την επισκιάσει’ λέει ένα πρώην στέλεχος της επιτροπής της Βουλής για την ενέργεια.

Καλά θα πείτε, και ποιος νοιάζεται; Αν η ‘υπέρβαση και συναλλαγή’ επιτύχει, δεν θα σωθούμε όλοι από την καταστροφή της πλανητικής υπερθέρμανσης; Μπορεί αλλά το ‘υπέρβαση και συναλλαγή’, όπως το σχεδιάζει η Γκόλντμαν, είναι στην πραγματικότητα ένας φόρος στο διοξείδιο του άνθρακα, σχεδιασμένος κατά τέτοιο τρόπο που τα ιδιωτικά συμφέροντα να εισπράττουν τα έσοδα. Αντί της απλής κρατικής επιβολής και είσπραξης ενός φόρου για την μόλυνση από τον άνθρακα και αντί του εξαναγκασμού των παραγωγών μόλυνσης να πληρώσουν για το κακό που κάνουν, η   ‘υπέρβαση και ανταλλαγή’ θα επιτρέψει σε μια μικρή φυλή  αχόρταγων γουρουνιών της Γουόλ Στριτ να μετασχηματίσουν ακόμα μια αγορά αγαθών σε ένα σχήμα ιδιωτικής συλλογής φόρων. Αυτό είναι χειρότερο και από την διάσωση: επιτρέπει στην τράπεζα να αρπάζει τα χρήματα των φορολογουμένων προτού καν συλλεχθούν.

Αν πρόκειται να είναι ένας φόρος, θα προτιμούσα το κράτος να τον επιβάλλει και να τον εισπράττει’, λέει ο Μάικλ Μάστερς, ο διευθύνων του Χέντζ Φάντ που μίλησε ανοικτά κατά της κερδοσκοπίας στα μελλοντικά συμβόλαια πετρελαίου. ‘Αλλά λέμε ότι η Γουόλ Στριτ μπορεί να θεσπίσει τον φόρο και να τον συλλέξει. Αυτό είναι το τελευταίο πράγμα στον κόσμο που θα ήθελα να δω. Είναι απλά βλακώδες’

Η ‘υπέρβαση και συναλλαγή’ θα υλοποιηθεί, η κάτι αντίστοιχο μ’ αυτήν. Το δίδαγμα είναι το ίδιο με όλες τις άλλες φούσκες που η ΓΣ βοήθησε να δημιουργηθούν μεταξύ 1999 και 2009. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις η ίδια τράπεζα που συμπεριφέρεται παράτολμα για χρόνια, φορτώνοντας το σύστημα με τοξικά δάνεια και με ληστρικά χρέη ενώ παράλληλα δεν αποδίδει τίποτα περισσότερο από γιγάντια μπόνους για λίγα αφεντικά, έχει αμειφθεί με βουνά χρημάτων χωρίς κόστος και με κρατικές εγγυήσεις- ενώ τα πραγματικά θύματα της καταστροφής, οι καθημερινοί φορολογούμενοι, είναι αυτοί που την πληρώνουν.

Δεν είναι πάντα εύκολο να αποδεχθείς την πραγματικότητα του ότι επανειλημμένα επιτρέπουμε  σ’ αυτούς τους ανθρώπους να την σκαπουλάρουν. Υπάρχει ένα είδος συλλογικής απώθησης που λειτουργεί  όταν μια χώρα όπως η Αμερική εξετάζει τις πρόσφατες εξελίξεις, όταν ο λαός της χάνει πολύ μεγάλο μέρος από την εικόνα και το γόητρο του, όπως ακριβώς συνέβη με μας. Δεν είναι δυνατόν έτσι απλά να καταγράψουμε το γεγονός ότι δεν είμαστε πολίτες μιας ευδοκιμούσας δημοκρατίας του πρώτου κόσμου, ότι μας ληστεύουνε στο φως της μέρας, γιατί όπως συμβαίνει και με τους ανάπηρους, νομίζουμε ότι αισθανόμαστε τα  όργανα μας που δεν είναι πλέον στην θέση τους.

Αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Αυτός είναι ο κόσμος που ζούμε σήμερα. Και σ΄ αυτόν τον κόσμο, μερικοί από μας πρέπει να παίζουν σύμφωνα με τους κανόνες, ενώ άλλοι παίρνουν ένα σημείωμα από το αφεντικό που τους απαλλάσσει από την σχολική εργασία, μαζί με 10 δις. τζάμπα δολάρια στην χαρτοσακούλα να τσιμπήσουν κάτι για φαγητό. Είναι ένα κράτος γκάνγκστερ, που κινείται με γκαγκστερικά οικονομικά, όπου ούτε τις τιμές δεν μπορεί να εμπιστευτεί πλέον κανείς: υπάρχουν κρυμμένοι φόροι σε κάθε δολάριο που πληρώνουμε. Και ίσως να μην μπορούμε να το σταματήσουμε, αλλά τουλάχιστον οφείλουμε να γνωρίζουμε που βαδίζουμε.

 

Επίμετρο του μεταφραστή

Παρά την ευρύτατη κάλυψη σε χρόνο και χώρο που πραγματοποιεί ο συγγραφέας, είναι προφανές ότι δεν φωτίζει όλες τις πλευρές του φαινομένου ΓΣ. Και κυρίως, κατανοητό ίσως από αμερικανικής πλευράς, δεν ασχολείται καθόλου με την πολυσχιδή δράση της ΓΣ, αλλά όχι μόνο αυτής – δεν πρέπει να παραλείψουμε τα υπόλοιπα αστέρια της Γουόλ Σριτ-στον υπόλοιπο πλανήτη. Δεν μας λέει π.χ. τίποτα για την πλανητική φούσκα των χρηματιστηρίων του 1999-2000. Ακόμα δεν θα πρέπει να προσωποποιήσουμε το πρόβλημα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού στην Γκόλντμαν, οσοδήποτε κεντρικό ρόλο και αν παίζει. Ο κίνδυνος αυτός είναι πράγματι υπαρκτός στην επιχειρηματολογία του. Αλλά τότε πώς να εξηγηθεί –μεταξύ άλλων-η πρόσφατη παράλληλη με της ΓΣ μετεωρική άνοδος της JPΜόργκαν Τσάιζ, του άλλου εναπομένοντος κολοσσού της Γουόλ Στριτ; Πέρα όμως από τις προφανείς αυτές αδυναμίες το άρθρο του Ταϊμπί, είναι ένα κορυφαίο δείγμα δημοσιογραφικής έρευνας και αποκάλυψης. Αποκάλυψης του απίστευτου και ολοένα και πιο απροκάλυπτου, βαθμού διαπλοκής μεταξύ του μεγάλου κεφαλαίου -κυρίως χρηματιστικού πλέον- και της εξουσίας στην Ουάσιγκτον. Η διαπλοκή στην χώρα μας συγκριτικά μοιάζει παιδικό παιχνίδι. Ακόμα πιο ενδιαφέρον σημείο του άρθρου, αν και δεν το προβάλει πολύ έντονα ο συγγραφέας, ίσως και εξεπίτηδες μιας και θέλει να ελπίζει σε διόρθωση, είναι η παθητικότητα της αμερικανικής κοινωνίας. Παθητικότητα που ελάχιστη πιθανότητα δημοκρατικής διόρθωσης επιτρέπει. Μετά από τα όσα συνέβησαν, ο Ομπάμα έχει αφήσει τους ίδιους πάνω κάτω ανθρώπους που κατέστρεψαν-σχεδόν- την χώρα, να την ανατάξουν… Σε κάθε περίπτωση πάντως το άρθρο του Ταϊμπί, ξεσήκωσε αρκετό θόρυβο στις ΗΠΑ και βοήθησε στο να παραμένει ακόμα ανοιχτό πολιτικά το πρόβλημα της αντιμετώπισης της Γουόλ Στριτ, παρά την φυγομαχία της κυβέρνησης Ομπάμα.

Μετάφραση: Δημοσθένης Γεωργόπουλος

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΕΤΡΑΔΙΩΝ: Το άρθρο του Matt Taibbi (Ματ Ταϊμπί) πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Rolling Stone”, στις 2 Ιουλίου 2009, με τίτλο “The Great American Bubble Machine”.
[1] Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς για άλλη μια φορά την ιδεολογική τρομοκρατία που το γνωστό λόμπι ασκεί στις ΗΠΑ. Ο πολύ τολμηρός κατά τα λοιπά Μ. Ταϊμπί εδώ δεν τολμάει να πει τα πράγματα με το όνομα τους: οι ιδρυτές της ΓΣ μπορεί να ήρθαν από την Γερμανία αλλά Γερμανοί δεν ήταν… (ΣτΜ)
[2] Αναφέρεται στην καταστροφή του αερόπλοιου Χίντενμπουργκ το 1937 που ουσιαστικά διέκοψε και την παραγωγή αυτού του είδους αεροπλάνων (ΣτΜ).
[3] Αγορές και πωλήσεις χρεογράφων μέσα στην ίδια μέρα (ΣτΜ)
[4] Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ένα πρότυπο ενέργειας της ΓΣ που θα επαναλάβει κατά κόρο στα πιο πρόσφατα χρόνια. Στα διοικητικά συμβούλια της Σύναντοχ και της Μπλου Ριντζ,, συμμετείχε κάποιος κύριος Τζών Φόστερ Ντάλλες Υπουργός εξωτερικών του Αϊζενχάουερ, εγγονός και ανιψιός  Υπουργών Εξωτερικών των ΗΠΑ, αδελφός του Άλεν Ντάλλες, αρχηγού της ΣΙΑ επί Αϊζενχάουερ επίσης, φίλα προσκείμενος στο Ναζιστικό κόμμα έως το 1935, σφοδρός αντικομουνιστής, υποστηρικτής του Σιωνιστικού σχεδίου για την Παλαιστίνη, των πραξικοπημάτων –σταθμών κατά του Μοσαντέκ στο Ιράν το1953 και του Άρμπενζ στην Γουατεμάλα το 1954,  υποστηρικτής  των Γάλλων στην Ινδοκίνα και της εμπλοκής στο Βιετνάμ κτλ. Την παρατήρηση για την στενή σύνδεση ΓΣ και Ουάσιγκτον, κάνει και ο Γκρεγκ Γκόρτον από το γραφείο της Ουάσιγκτον της δεύτερης σε μέγεθος εκδοτικής εταιρίας των ΗΠΑ  της Μακλάτσι στις 3-11-2009: ‘Για δεκαετίες η Γκόλντμαν …καλλιέργησε…μια παράδοση να πιέζει τα στελέχη της να στρέφονται προς το Δημόσιο. Έτσι, η Γκόλντμαν λειτούργησε ένα ιμάντα μεταβίβασης από και προς την Ουάσιγκτον’ Σ.τ.Μ.)
[5] Κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Νέα Σύνορα- Α. Α. Λιβάνη.
[6] Στα Αγγλικά ‘In Goldman Sachs we trust’ ειρωνική παραφθορά του‘In God we trust” και του εμπορικού όρου Trust .(ΣτΜ)
[7]  Με τον όρο μόχλευση, νοούμε τον δανεισμό κεφαλαίων για πραγματοποίηση επενδύσεων από εταιρία, για να πολλαπλασιάσει την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων της. Ως απο-μόχλευση,  την διαδικασία περιορισμού του δανεισμού και ως υπερ-μόχλευση, τον υπερβολικό δανεισμό.(ΣτΜ)
[8] Στο πολύ συνοπτικό τμήμα της προπολεμικής δράσης της ΓΣ, ο Ταϊμπί, αφήνει πολλά σημεία σκοτεινά. Όποιος ενδιαφέρεται για μια πολύ αναλυτικότερη και σαφέστερη παρουσίαση, ας δει τις σελίδες 89-125 της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του Γκαλμπραίηθ. Και επειδή με τον τρόπο που κλείνει το τμήμα ο Ταϊμπί, μπορεί να μείνει κανείς με την εντύπωση κόντρα στην γενική διατύπωση του, ότι η ΓΣ έπαθε καταστροφή το 1929, παραθέτω το κλείσιμο του αναλόγου κεφαλαίου στον Γκαλμπραίηθ: ‘Χρόνια αργότερα (το 1932: Σ.τ.Μ.)μια γκρίζα αυγή στην Ουάσιγκτον, η παρακάτω συζήτηση πραγματοποιήθηκε ενώπιον μιας επιτροπής της Γερουσίας των Ηνωμένων πολιτειών: Γερουσιαστής Κούζενς: Η ΓΣ οργάνωσε την ΓΣ εταιρία συναλλαγών; Κύριος Σας: Μάλιστα κύριε. Γερουσιαστής Κούζενς: Και πούλησε τις μετοχές της στο κοινό; Κύριος Σας: μέρος τους. Η εταιρία επένδυσε αρχικά στο 10% του συνόλου των μετοχών που εκδόθηκαν για το ποσό των 10.000.000 $.
Γερουσιαστής Κούζενς: Και το άλλο 90% πουλήθηκε στο κοινό; Κύριος Σας: Μάλιστα κύριε. Γερουσιαστής Κούζενς; Με τι τιμή; Κύριος Σας: 104 $. Δηλαδή η παλιά μετοχή…η μετοχή έκανε σπλιτ, διαιρέθηκε σε δύο. Γερουσιαστής Κούζενς: Και πια είναι η τιμή της μετοχής τώρα; Κύριος Σας: 1,75 $.’ (Σ.τ.Μ.)
[9] Στην πραγματικότητα αυτό δεν είναι παράδοξο. Πρέπει να έχεις καλή φήμη για να την χάσεις και πρέπει να δείχνεις έμπιστος για να εξαπατήσεις (ΣΜΤ).
[10] Δεν θα συμφωνήσουμε εν πολλοίς με την εξαιρετικά περιοριστική άλλωστε ερμηνεία του Ταϊμπί. Η ανάγκη που έσπρωξε την Γκόλντμαν και άλλες χρηματιστικές εταιρίες σε όλο και πιο παρακινδυνευμένη συμπεριφορά, δεν σχετίζεται βέβαια  με ένα πρόσωπο όσο σημαντικό και αν ήταν (Ρούμπιν), ούτε μόνο με τις δυνατότητες που η απελευθέρωση των χρηματαγορών έφερε, αλλά έχει να κάνει και με την προσπάθεια του κυρίαρχου Αμερικανικο-αγγλικού-εβραϊκού κεφαλαίου, να ανακόψει την συνδυασμένη αντεπίθεση τόσο των εργατικών τάξεων των χωρών τους, όσο και των ανερχόμενων πρώην αντιπάλων τους κυρίως όπως Γερμανία, Ιαπωνία κτλ. και να αποκαταστήσει τα κέρδη και την κυριαρχία του. Στο προηγούμενο τεύχος των Τετραδίων, παρουσιάζω πιο αναλυτικά αυτή την θέση. Για μια γενικότερη θέση που υποστηρίζει ότι το φαινόμενο της ‘χρηματιστικοποίησης’ των οικονομιών είναι χαρακτηριστικό κομμάτι ‘φθινόπωρου’ για την κάθε φορά ηγεμονεύουσα δύναμη και επομένως είναι ένα κυκλικά επανερχόμενο φαινόμενο του καπιταλισμού δες Fernand Braudel: «The Perspective of the World: Civilization and Capitalism 15th -18th» Vol.3 University of California Press,1992 και Giovani Arrighi: ‘The  Long Twentief Century’, Verso, 1994 (Σ.τ.Μ.)
[11] Πρόσωπο από την τηλεοπτική σειρά Σταρ Τρέκ που άφησε εποχή, χαρακτηριστικά ανέκφραστο.(ΣτΜ).
[12] Κατά τα τέλη του 90. Γνωστή και ως dot. com (Στμ).
[13] Είναι ενδιαφέρον το παιχνίδι που ο Ταιμπί  παίζει εδώ, χρησιμοποιώντας για την λέξη κοροΐδο βλάκας κτλ. όχι κάποια από τις γνωστές εγγλέζικες λέξεις αλλά την προερχόμενη από τα Γίντις λέξη schmucks, όπως και λίγο παραπάνω όπου  χρησιμοποιεί την επίσης Γίντις λέξη schmooze που εγώ εδώ ελεύθερα αποδίδω ως πλασάρισμα, ενώ στην κυριολεξία είναι φήμη και ψιλοκουβέντα με φιλικό και ανεπίσημο τρόπο για να αποκτηθεί εύνοια και ‘κονέ’ και  να γίνουν μπίζνες.
[14] Η Γουίτμαν υπήρξε υποστηρίκτρια και χρηματοδότης του Μίτ Ρόμνεϊ Ρεπουμπλικανού Μορμόνου πολυεκατομμυριούχου υποψήφιου για τις προεδρικές εκλογές του 2008. Μετά την ήττα του στα προκριματικά υποστήριξε τον Μακέιν και συμμετείχε στην  εκστρατεία του από υψηλές θέσεις, φέρονταν δε ως πιθανή υπουργός των Οικονομικών αν εκλέγονταν ο Μακέιν. Βλέπουμε και απ’ εδώ πόσο καλά είχαν περιτυλίξει τα πλοκάμια της Γκόλντμαν όλο το αμερικανικό πολιτικό σύστημα (Στμ.)
[15] Ο Σπίτζερ υπήρξε γενικός εισαγγελέας της πολιτείας της Νέας Υόρκης από το 1998 και από το 2007 κυβερνήτης της έως το 2008, οπότε υποχρεώθηκε να παραιτηθεί γιατί ‘συνελήφθη’  με πόρνες. Κατά την θητεία του ως γενικός εισαγγελέας, κυνήγησε  υποθέσεις εταιρικών, ασφαλιστικών και διαδικτιακών απατών, καθώς και υποθέσεις προστασίας του περιβάλλοντος πράγμα που τον κατέστησε μεν δημοφιλή στο ευρύ κοινό που τον εξέλεξε με τους δημοκρατικούς κυβερνήτη, αλλά τον … έβαλε και στο ρουθούνι πολυποίκιλων συμφερόντων τα οποία βέβαια και μεθόδευσαν την πτώση του (Σ.τ.Μ.).
[16] Βέβαια και αυτό το νούμερο έχει ξεπεραστεί κατά πολύ. Ενώ κατά το 2007 οι αμοιβές ήταν της τάξης των 600.000 $ κατά κεφαλή το 2008 έπεσαν στις 363.000 $ και κοντά στα 11δισεκ. $ στο σύνολο, για να γυρίσουν γρήγορα το 2009 στα 23 δισεκ. $ στο σύνολο και να εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν το 1 εκ. $ κατά κεφαλήν!!! ( Reuters, 14/7/2009).  Από τα παραπάνω μπορούμε με κάποια επιφύλαξη να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι  η ίδια η ΓΣ αποφεύγει το πρόσφατο γενικό νόμο που μπορούμε να διατυπώσουμε συνοπτικά ως εξής: συνολικά όλο και λιγότερα, αλλά όλο και περισσότερα σε λίγους και εκλεκτούς Δέκα χρόνια μετά τα συνολικά της κέρδη είναι σαφώς ανοδικά ακόμα και σε καταστροφικές χρονιές όπως το 2008  (από 28,5 δισεκ. σε 3 χρόνια  -1999-2002, σε 11 δισεκ. το 2008 και 23 δισεκ. το2009, ενώ  τα κεφαλή πέρασαν από τις 350.000 στις 363.000 και πλησιάζουν το1.000.000!!!). Η ΓΣ εξακολουθεί να ευημερεί και ως σύνολο και ως άτομα.(ΣτΜ)
[17] Σύμφωνα με μια από τις πιο αξιοσέβαστες ερευνητικές τηλεοπτικές εκπομπές των ΗΠΑ, το Φρόντλάιν της 21-10-2009, ο Γκρίνμπεργκερ ανέφερε ότι  μια μέρα στο γραφείο της η  Μπορν  του είπε: ‘Ήταν (στο τηλέφωνο) ο Λάρι Σάμερς. Μου είπε: «θα προκαλέσεις την μεγαλύτερη παγκόσμια  χρηματιστική κρίση μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. (Είπε ότι είχε) 13 τραπεζίτες στο γραφείο του που τον πληροφόρησαν για αυτό. Σταμάτα το τώρα αμέσως. Τελείωσε»’.  Αν… αντιστρέψουμε τα πρόσωπα που θα προκαλούσαν την παγκόσμια κρίση, δεν μπορούμε  να μην εντυπωσιαστούμε από την προφητική η ικανότητα του Σάμερς. (Σ.τ.Μ.)
[18] Αυτό είναι ένα κεντρικό σημείο της επιχειρηματολογίας ειδικά εναντίον της ΓΣ. Δηλαδή το ότι γνώριζε με μεγάλη βεβαιότητα ότι τα προϊόντα που πρόσφερε ήταν σκουπίδια και ακριβώς γι’ αυτό  ασφαλίστηκε στην AIG από τα αποτελέσματα που θα έφερνε η πτώση της τιμής τους. Αντίθετα οι περισσότερες από τις υπόλοιπες τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, δεν είχαν αντιληφθεί τον κίνδυνο από τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και παρασύρθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην χρηματιστική δίνη, ανεξάρτητα από το ότι, με την εξαίρεση της Λήμαν, διασώθηκαν από το Αμερικανικό κράτος (τουλάχιστον οι μεγάλες). Ακριβώς αυτό ειδικά το στοιχείο εξαπάτησης της Γκόλντμαν τονίζει και ο νομπελίστας Οικονομολόγος Πώλ Κρούγκμαν στην επιφυλλίδα του της 16-7- -2009, στους Νιου Γιορκ Τάιμς.: ‘Το καθαρό αποτέλεσμα ήταν ότι η Γκόλντμαν έκανε κέρδη πιάνοντας μας κοροϊδα’ (Σ.τ.Μ.)
[19] Παιχνίδια των οποίων ο σκοπός είναι να εξαπατήσεις κάποιον, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του. (Σ.τ.Μ)
[20] O συγγραφέας φαίνεται να αγνοεί το βασικό κόλπο μέσω του οποίου ευνοήθηκε η ΓΣ με την μετατροπή της σε εταιρία τραπεζικού χόλντιγκ υπό την επίβλεψη της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ. Το αποκαλύπτει στο κορυφαίο προοδευτικό-ερευνητικό περιοδικό των ΗΠΑ Μάδερ Τζόουνς της 28-7-2009, η δημοσιογράφος Νόμι Πρινς, πρώην στέλεχος της ΓΣ και αυτή. Η μετατροπή της ΓΣ από τράπεζα επενδύσεων σε τραπεζικό χόλντιγκ, υπό φυσιολογικές συνθήκες μαζί με τα αυξημένα κέρδη που θα απόφερε (πρόσβαση σε ομοσπονδιακή στήριξη την οποία η Πρινς εκτιμά στα 63,6 δισεκ. $ κτλ.) και που τα αναφέρει ο Ταιμπί, θα της επέφερε και ορισμένες δυσκολίες. Η κύρια ήταν ότι θα έπρεπε να αυξήσει το ακινητοποιημένο κεφάλαιο της για την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων και επομένως θα περιόριζε τις δυνατότητες της να επεκταθεί μέσω ανάληψης κινδύνου σε νέες δουλειές. Η ΓΣ προσπάθησε να αποφύγει τον σκόπελο, ώστε να έχει και την πίτα …και τον σκύλο. Ζήτησε να εξαιρεθεί από τους ‘κανόνες αγοραίου κινδύνου’ που ισχύουν για τις εταιρίες τραπεζικού χόλντιγκ και να διατηρήσει τον παλιό τρόπο υπολογισμού του κινδύνου των επενδυτικών τραπεζών που μεταξύ άλλων, είχε τα γνωστά αποτελέσματα στην Λήμαν ή στην Μπέαρ Στερνς για να μην αναφέρουμε τον υπόλοιπο πλανήτη και …παραδόξως η ομοσπονδιακή τράπεζα συναίνεσε, κάτι που σύμφωνα με τα λόγια της Πρινς: ‘Αυτό σήμαινε ότι όχι μόνο η ΓΣ έπαιρνε μεγάλες ομοσπονδιακές  ενισχύσεις , αλλά και ότι θα συνέχιζε να ποντάρει σε μεγάλη κλίμακα, χωρίς παράλληλα να βάζει στην άκρη αρκετό κεφάλαιο όπως οι άλλες τράπεζες’. (Σ.τ.Μ.)
[21] Κρατικό ίδρυμα των ΗΠΑ με αντικείμενο την διασφάλιση των καταθέσεων.(Σ.τ.Μ.)
[22] Και πάλι καλά ∙ Ας μην  πούμε εδώ τι έδωσε στους υπόλοιπους κατοίκους του πλανήτη!(Σ.τ.Μ.)
[23] Βραχίονας του αμερικανικού Κογκρέσου για λογιστικό έλεγχο, αξιολόγηση και έρευνες.(Σ.τ.Μ.)
[24] Βασική επιτροπή της Αμερικανικής Βουλής με αρμοδιότητα σε θέματα φορολογίας, δασμών κτλ.(Σ.τ.Μ.)
[25] Δεν είναι μόνο αυτό το σημείο που ο Αλ Γκορ, ‘ακουμπάει’ την Γκόλντμαν. Σύμφωνα με τον Τζόν Μπρόντερ (Νιού Γιόρκ Τάιμς 3-11-2009), ο Γκόρ έχει επενδύσει και 35 εκ.$ στην Κάπρικον Ινβέστμεντ Γκρουπ, ένα κεφάλαιο που ίδρυσε ο φίλος του Τζέφρι Σκολ, ο πρώτος πρόεδρος της Ημπεϊ (δες σελ. 8. παραπάνω και υποσημείωση 13, για τις σχέσεις Ημπεϊ και Γκόλντμαν). Επίσης έχει επενδύσει στο ανταλλακτήριο διοξειδίου του άνθρακα. Οι επενδύσεις του Γκορ σε σχέδια πράσινης ανάπτυξης έχουν προκαλέσει κάποιο θόρυβο πρόσφατα, για το πόσο ανιδιοτελής είναι η γνωστή οικολογική δράση του, από κάποιους μάλιστα του αποδόθηκε ο τίτλος του ‘δισεκατομμυριούχου του διοξειδίου του άνθρακα’. Στο ίδιο άρθρο ο Γκόρ εμφανίζεται να λέει στην επιτροπή της Γερουσίας για την ενέργεια και το εμπόριο: ‘Πιστεύω ότι η μετάβαση στην πράσινη οικονομία είναι καλή για όλους μας και έχω επενδύσει σ΄ αυτήν… Και Γερουσιαστές, εάν πιστεύετε  ότι ο λόγος που έχω εργασθεί πάνω σ’ αυτό το θέμα για τριάντα χρόνια  είναι η απληστία, τότε δεν με γνωρίζετε καλά.’ Ίσως πρέπει να προσέχει λίγο παραπάνω τις  παρέες του ο πρώην αντιπρόεδρος, γιατί αν αυτόν δύσκολα θα τον χαρακτηρίσουμε άπληστο, εξίσου δύσκολα μπορούμε να ονοματίσουμε κάπως διαφορετικά τους φίλους του… (Σ.τ.Μ.)



πίσω στα περιεχόμενα: